dionthan@yahoo.gr
Στις 27 Αυγούστου συμπληρώθηκαν 15 χρόνια από την ημέρα που έσβησε στο δωμάτιο ενός φτηνού ξενοδοχείου, ο Κάρλος Μαυρολέων, γόνος της εφοπλιστικής οικογένειας από την Κάσο.
Το μνημόσυνο που τελέστηκε σύμφωνα με ....
πληροφορίες στο κοιμητήριο της Βουλιαγμένης ήταν λιτό, με την παρουσία της μητέρας του Ελίζαμπεθ, του αδερφού του Νίκι και κάποιων στενών συγγενών, που θυμήθηκαν ξανά τον ονειροπόλο Κάρλος.
Αυτόν που δήλωνε ότι «νοιώθεις μια μεταφυσική χαρά σε κάθε επικίνδυνη φωτογράφηση. Όταν πάμε στο Αφγανιστάν, σίγουρα δεν θέλουμε να γυρίσουμε πίσω ακρωτηριασμένοι. Φωτογραφίζεις τα πάντα μέσα στην ‘κόλαση’ της φωτιάς, αλλά αυτό που δεν μπορείς να φωτογραφίσεις είναι η μυρωδιά του θανάτου.»
Μόνο που ο ίδιος δεν μπόρεσε εκείνο το μοιραίο βράδυ του Αυγούστου, να αποφύγει την μυρωδιά του θανάτου που τον τριγύριζε στην τελευταία-όπως έμελλε να αποδειχτεί-δημοσιογραφική του αποστολή.
Ήταν 27 του μήνα και ήδη τον είχαν συλλάβει δύο φορές οι αρχές ασφαλείας του Πακιστάν, όταν βρέθηκε νεκρός με μια σύριγγα καρφωμένη στο μπράτσο του στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που διέμενε.
Αν ζούσε θα ήταν 55 χρόνων, μόνο που η ζωή του όπως και ο θάνατός του αποτελούν ακόμα και σήμερα άλυτα αινίγματα που κανείς δεν ξέρει αν θα απαντηθούν ποτέ.
Επαναστάτης με αιτία
Πάμπλουτος από την ημέρα που τα μάτια του αντίκρισαν για πρώτη φορά τον κόσμο, αποδείχθηκε ένας επαναστάτης με αιτία, όταν στα 16 του την κοπάνησε από το φημισμένο κολέγιο Eaton για να βρεθεί στις οροσειρές του Αφγανιστάν πολεμώντας μαζί με τους Μουτζαχεντίν τους Ρώσους.
Ο πατέρας του Μπλούης Μαυρολέων, αρχηγός μιας από τις πιο γνωστές εφοπλιστικές οικογένειες δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο γιος του πέταγε με τέτοια ευκολία ένα μέλλον για το οποίο άλλα παιδιά θα «σκότωναν».
Η απάντηση του Κάρλος για την ζωή που διάλεξε ήρθε σε μια συνέντευξή του στο ΚΛΙΚ δύο περίπου εβδομάδες πριν κοπεί το νήμα της.
«Οι επιχειρήσεις και τα οικονομικά δεν με αφήνουν αδιάφορο, αλλά δεν με εμπνέουν» τόνιζε με την χαρακτηριστική φωνή του. «Στο Harvard που πήγα για να σπουδάσω σχετικά με τις επιχειρήσεις της οικογένειας, σπούδασα Ιστορία και Διεθνείς Σχέσεις για το κέφι μου. Μετά πέρασα δύο χρόνια στην Wall Street με την σκέψη ότι το επώνυμό μου είναι Μαυρολέων και πρέπει να ασχοληθώ με τις επιχειρήσεις, όπως όλη η οικογένεια. Οι επιχειρήσεις είναι το παν σκεφτόμουν στην αρχή. Αλλά μετά αμφέβαλλα.»
Από το Eaton και το Harvard μέχρι το Αφγανιστάν, την Ρουάντα και την Σομαλία με τραγική κατάληξη το Πεσαβάρ ο Κάρλος Μαυρολέων έζησε μια ζωή που τα είχε όλα: Χλιδή, λεφτά, όμορφες γυναίκες, ταξίδια με ναρκωτικά και την μυρωδιά της καπνισμένης κάνης ενός Καλάσνικοφ που τον συντρόφευε πολλές φορές στα μέτωπα του κόσμου…
Η αρχή του ταξιδιού…
Στο σχεδόν μόνιμα συννεφιασμένο Λονδίνο το 1958 ο Μπλούης Μαυρολέων κρατάει για πρώτη φορά στην αγκαλιά του τον Κάρλος, τον έναν από τους δύο γιους που του χάρισε η γυναίκα του Elisabeth. Ο μικρός ήταν ένα παιδί που γεννήθηκε κυριολεκτικά μέσα στο χρυσάφι και τα πρώτα χρόνια της ζωής του θυμίζουν παραμύθι.
Ο Κάρλος περιτριγυρίζεται από νταντάδες, δασκάλες ξένων γλωσσών και υπηρετικό προσωπικό σε ένα υπερπροστατευτικό περιβάλλον μέσα στην τεράστια έπαυλη της οικογένειας στην Αγγλική πρωτεύουσα.
Στα 7 του χρόνια μπαίνει οικότροφος μαζί με τον με τον κατά δύο χρόνια μεγαλύτερο αδερφό του Νίκι σε ένα από τα πιο αυστηρά δημοτικά σχολεία. Το περίφημο κολέγιο του Eaton φαντάζει και είναι η φυσική συνέχεια για το πλουσιόπαιδο μόνο που η μοίρα αρχίζει να του παίζει αυτό το παιχνίδι της αέναης αναζήτησης, στο οποίο ο Κάρλος δεν δίστασε ούτε στιγμή να μπει.
Μια νεαρή δεκαεφτάχρονη κοπέλα που γνώρισε στο Luton, τον μυεί με την ίδια άνεση στον έρωτα και το L.S.D στα δεκαπέντε του χρόνια και ο Κάρλος Μαυρολέων αναζητώντας τον τεχνητό παράδεισο δεν διστάζει να κάνει κάποιες μικροκλοπές. Κάτι που σίγουρα φαντάζει παράξενο, αφού θα μπορούσε να έχει λεφτά από τους γονείς του οποιαδήποτε στιγμή τα ζητούσε. Δεν τα ζήτησε ποτέ γιατί δεν τα ήθελε.
«Θα βγάλω μόνος μου χρήματα και θα γίνω σπουδαίος σαν τον παππού μου» ήταν η μόνιμη ατάκα του, κάτι που δικαιολογεί και την μεγάλη αδυναμία του Βασίλη Μαυρολέοντα στον εγγονό του.
Οι καθηγητές του στο κολέγιο δεν αργούν να μάθουν για τα ναρκωτικά και τις μικροκλοπές και τον αποβάλουν μόνο που ο Κάρλος την…κάνει, πριν το χαρτί της αποβολής του φτάσει στα χέρια του πατέρα του Μπλούη.
Με την αγαπημένη του και λίγες λίρες στην τσέπη βγαίνουν στον αυτοκινητόδρομο και αρχίζουν ένα ωτοστόπ που θα φέρει στην Ελλάδα μόνο τον ατίθασο νεαρό. Ο έρωτάς του τον εγκαταλείπει και ακολουθεί έναν οδηγό νταλίκας, όμως ο Κάρλος με τα ελάχιστα ελληνικά που γνωρίζει και μετά από μια περιπλάνηση στους δρόμους της Αθήνας βρίσκει μετά από αναζήτηση την θεία του.
Η Ελένη Μαυρολέοντα δεν πιστεύει στα μάτια της όταν αντικρίζει τον ανιψιό της και μετά το αρχικό σοκ ειδοποιεί τους γονείς του και κανονίζει τα της επιστροφής στο Λονδίνο.
Ο Κάρλος φεύγει αλλά στο αεροδρόμιο αλλάζει το εισιτήριο και αντί για το Λονδίνο πάει στην Τουρκία και από εκεί με ένα καράβι στις Ινδίες, για να καταλήξει στην Μπούρμα.
Το όνειρό του να γίνει λαθρέμπορος διαμαντιών τελειώνει σχεδόν αμέσως και για να ζήσει αναγκάζεται να δουλέψει σε εργοστάσιο κατασκευής χαλιών.
Πίσω στην Αγγλία οι δικοί του παρά τις επισταμένες έρευνες τον θεωρούν ήδη νεκρό.
Μάχες στα βουνά του Αφγανιστάν!
Η επιστροφή του στην Αγγλία με την διαμεσολάβηση του Βρετανικού προξενείου δεν θα κρατήσει παρά ελάχιστα, αφού το αίμα του βράζει και ο παρορμητικός του χαρακτήρας δεν υποτάσσεται.
Εκεί που όλοι νόμιζαν ότι ο Κάρλος θα στρώσει, ένας πόλεμος χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το Λονδίνο θα δεθεί άρρηκτα με την μοίρα του έλληνα Che, ένα όνομα που του κόλλησαν πολλά χρόνια αργότερα οι φίλοι του.
Οι Ρώσοι εισβάλουν στο Αφγανιστάν και σε λίγους μήνες οι ντόπιοι μαζί με Τσετσένους οργανώνουν αντάρτικες ομάδες και πολεμούν τους σοβιετικούς. «Αυτοί οι άνθρωποι δίνουν την μάχη τους κι’ εμείς καθόμαστε» λέει στον Νίκι που δεν καταλαβαίνει τα όσα του λέει ο αδερφός του. «Θέλω να βρεθώ στο πλευρό τους» συμπληρώνει αλλά ο Νίκι δεν τον παίρνει στα σοβαρά.
Λίγες μέρες αργότερα θα τον πάρει όταν μαζί με τον πατέρα του ανακαλύπτουν ότι ο Κάρλος έχει εξαφανιστεί έχοντας σηκώσει όπως λένε οι πληροφορίες 2.000.000.000 δραχμές από τον τραπεζικό του λογαριασμό, που έχει αυξηθεί κατά πολύ.
Ο παππούς του Μπαζίλ Μαυρολέων που λάτρευε τον ατίθασο εγγονό του πεθαίνοντας το 1979 του αφήνει στην διαθήκη του μια τεράστια περιουσία πενήντα δισεκατομμυρίων σε λίρες, ακίνητα, μετοχές και ομόλογα.
Οι δικοί του τον αναζητούν αλλά μάταια. Ο Κάρλος βρίσκεται ήδη στο Αφγανιστάν, αφού πρώτα ήρθε σε επαφή με Αφγανούς αυτονομιστές που ζούσαν στη Νέα Υόρκη. Τους δίνει λεφτά για τον αγώνα τους και με την βοήθειά τους φτάνει στην χώρα και προσεγγίζει τα μυστικά στρατόπεδα των Μουτζαχεντίν. Περνάει με επιτυχία τις δοκιμασίες μύησης και την τελευταία μέρα κόβει συμβολικά με μαχαίρι το μπράτσο του αφήνοντας το αίμα του να τρέξει. Είναι πλέον έτοιμος να δώσει ακόμα και την ζωή του στον αγώνα και πολύ γρήγορα πέφτει στην φωτιά του πολέμου, χτυπώντας με ομάδες κομάντος τις ρωσικές φάλαγγες. Μαθαίνει τις τοπικές διαλέκτους Παστούν και Ουρντού και νοιώθει σιγά-σιγά τέλειος Αφγανός, δουλεύοντας στα χωράφια με τους ντόπιους.
Η σύλληψη και το Κοράνι!
Πολεμάει αδιάκοπα για δύο χρόνια και έχει κόψει κάθε επικοινωνία με την οικογένειά του που προσπαθεί να τον εντοπίσει, όταν σε μια ενέδρα που στήνουν οι Σοβιετικοί συλλαμβάνεται. Οδηγείται κατευθείαν στη φυλακή και αντέχει τις κακουχίες και τα βασανιστήρια στα οποία τον υποβάλλουν. Τότε είναι που ασπάζεται το Κοράνι και γίνεται μουσουλμάνος με την βοήθεια ενός φυλακισμένου ιερέα, ενώ κάθε μέρα περιμένει ότι θα τον εκτελέσουν.
Απελευθερώνεται χάρη σε μια συμφωνία των ανταρτών με την Ρωσική κυβέρνηση και φεύγει αμέσως για το Πακιστάν όπου παίρνει μέρος σε αυτονομιστικές κινήσεις.
Οι φήμες λένε ότι ήταν από τους πρώτους που όρμησαν στα ανάκτορα του Αιθίοπα δικτάτορα Μενγκίστου όταν κατέρρευσε το καθεστώς του, μπήκε στο γραφείο του και πήρε μερικά αντικείμενα σαν σουβενίρ από την μεγάλη μέρα.
Έχει πλέον μεταμορφωθεί ριζικά και αυτό είναι κάτι που θα το καταλάβουν αργά η γρήγορα όλοι όσοι τον ήξεραν η θα τον γνώριζαν, στα μέτωπα της φρίκης η στα σαλόνια του διεθνούς jet set.
Και στα δύο άλλωστε μπορούσε να κινηθεί το ίδιο άνετα…
Το Harvard και οι ξέφρενες νύχτες!
Επέστρεψε στο σπίτι του χωρίς να ειδοποιήσει κανέναν ως συνήθως την στιγμή που δεν το περίμενε κανένας και ο πατέρας του Μπλούης άνοιξε την αγκαλιά του για τον επαναστάτη γιο του, πιστεύοντας ότι αυτή την φορά δεν θα ξαναφύγει.
Ο Κάρλος προσαρμόστηκε πολύ εύκολα στην πολυτέλεια και την άνεση και πέρασε χωρίς να δυσκολευτεί σχεδόν καθόλου τις εξετάσεις για να μπει στο Harvard. Ο Νίκι που ήδη είχε αποκτήσει την φήμη ενός περιζήτητου playboy τον βοήθησε να μπει στα σαλόνια της high society και ο πρώην ιερός πολεμιστής βρέθηκε ξαφνικά να μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα σε σπουδές και ταξίδια. Από το Μόντε Κάρλο και το Λονδίνο μέχρι την Νέα Υόρκη και την βίλα της οικογένειας στο Πόρτο Χέλι αρχίζουν για τον Κάρλος οι ξέφρενες νύχτες γεμάτες από διάσημες γυναίκες και κοκαΐνη. Γνωρίζει την Χριστίνα Ωνάση και συνοδεύει την Barbara Streisand με την οποία συνδέεται για αρκετό καιρό στην απονομή των Oscar. Ο δεσμός τους φιλοξενείται στις κοσμικές στήλες των μεγαλύτερων περιοδικών του πλανήτη ενώ η σχέση του με την Fawn Hall δεν είναι και η καλύτερη δυνατή. Τρελή από το πάθος της η γραμματέας του περίφημου Oliver North, πολιορκεί στενά τον έλληνα κροίσο, μπαίνει κρυφά στο σπίτι του και παρακολουθεί τα τηλέφωνά του, αναγκάζοντάς τον να προσφύγει στην δικαιοσύνη.
Το τελευταίο ταξίδι…
Κάποια στιγμή κουρασμένος από τις καταχρήσεις, παίρνει την μεγάλη απόφαση να επιστρέψει στην κανονική ζωή και να αποτοξινωθεί από τα ναρκωτικά. Όταν το εξομολογείται στον αδερφό του εκείνος κάνει τον σταυρό του όμως ο Κάρλος το λέει και το κάνει. Παρόλο που υποφέρει πολύ τις πρώτες μέρες από το σύνδρομο της στέρησης βγαίνει τελικά καθαρός και κάπου εκεί αρχίζει και ο ιστός του μυστηρίου για το πώς γίνεται πολεμικός ανταποκριτής και βουτάει ξανά στα φλεγόμενα μέτωπα του κόσμου.
Οι φήμες λένε ότι η CIA τον προσέγγισε ακριβώς επειδή ο Κάρλος είχε προσβάσεις σε χώρες που τους ενδιέφεραν άμεσα και τον τοποθέτησαν στο CBS σαν δημοσιογράφο. Οι φίλοι του και οι συγγενείς του υποστηρίζουν ότι αρνήθηκε την οποιαδήποτε συνεργασία και μάλλον η αλήθεια θα αργήσει να μαθευτεί.
Το σίγουρο είναι ότι από το 1991 που αρχίζει την καριέρα του τα μάτια του αντικρίζουν σκηνές φρίκης σε χώρες όπου η έννοια ανθρώπινη ζωή δεν είχε την παραμικρή αξία. Στην Σομαλία, στην Ρουάντα, στο Ιράκ, ο Κάρλος δεν διστάζει να κάνει τα ρεπορτάζ με τις σφαίρες να σφυρίζουν δίπλα του και την υγεία του να κινδυνεύει από τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Σε ένα από τα ταξίδια του κολλάει τον ιό της ελονοσίας και νοσηλεύεται για δύο μήνες ενώ στην επόμενη αποστολή του στην Τζακάρτα θα γνωρίσει τον μεγάλο αλλά και τελευταίο έρωτα της ζωής του, την Ινδή Τανάζ Φαϊζναπούρ.
Από το 1995 ζουν μαζί και το καλοκαίρι του 1998 περνούν ανέμελες στιγμές μαζί με την οικογένεια του Κάρλος στην πανέμορφη έπαυλη στο Πόρτο Χέλι.
Κανείς τους δεν φαντάζεται όταν ο Κάρλος φεύγει για το Πακιστάν ότι είναι και η τελευταία φορά που τον βλέπουν ζωντανό.
Η αποστολή του: να ανακαλύψει το κρησφύγετο του Osama Bin Landen και να πάρει μια συνέντευξη από τον πιο καταζητούμενο τρομοκράτη στον κόσμο.
Ήταν ξημερώματα της 27ης Αυγούστου όταν ο Dominic Caningham παραγωγός του CBS ανέλαβε το βαρύ έργο να ειδοποιήσει τον Μπλούη Μαυρολέων, για τον θάνατο του γιου του σε ένα ξενοδοχείο του Πεσαβάρ από υπερβολική χρήση ηρωίνης όπως είπαν οι αρχές.
Τέσσερις μέρες αργότερα το πτώμα του Κάρλος μεταφέρεται με απόλυτη μυστικότητα στην Αθήνα και η ταφή γίνεται στον οικογενειακό τάφο της δυναστείας. Ο πατέρας του με απλανές βλέμμα είναι έτοιμος να καταρρεύσει και κρατιέται από το χέρι του Νίκι, ενώ δίπλα τους είναι ελάχιστοι φίλοι και συγγενείς που έχουν έρθει για να πουν το τελευταίο αντίο.
«Έζησε ελεύθερος και επαναστάτης» είναι η φράση που συντροφεύει τον αντάρτη κροίσο στο πιο μοναχικό από τα δεκάδες ταξίδια, μιας πολυτάραχης και πάνω απ’ όλα ασυμβίβαστης ζωής.