23 Μαρ 2017

AΠΟΚΕΦΑΛΙΖΟΥΝ διοικήσεις και μετόχους σε πάνω από 50 επιχειρήσεις!

Στο «χειρουργείο» βάζουν περισσότερες από 50 επιχειρήσεις οι τράπεζες, απομακρύνοντας διοικήσεις και μετόχους που δεν συνεργάζονται και κόβοντας μια και καλή τον δεσμό που ένωνε το στρεβλό ελληνικό επιχειρείν με το τραπεζικό σύστημα.
Ο σχεδιασμός οριστικής επίλυσης σοβαρών περιπτώσεων αφορά ένα σημαντικό μέρος από το σύνολο των μεγάλων µη εξυπηρετούµενων επιχειρηµατικών ανοιγµάτων άνω των 10 δισ. ευρώ, είναι έκθεση και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών και προέρχεται από τους κλάδους των κατασκευών, της βιοµηχανίας, των ξενοδοχείων, της ναυτιλίας, των τροφίµων, του αυτοκινήτου και του εµπορίου.
Γράφει η Gillian Rothschild
Οι τραπεζίτες ετοιμάζουν μια νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου με θύματα όμως επιχειρηματίες που άφησαν τις εταιρείες τους χωρίς στήριξη, τις αφαίμαξαν ή ήταν απλώς ανίκανοι, και χωρίς κανένα δισταγμό πλέον θα ξεκαθαρίσουν τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις και θα αναδιαρθρώσουν ριζικά το δανεισμό των βιώσιμων.
Οι τράπεζες έχουν φύγει από τη λογική που ακολουθούσαν µέχρι και το 2013, µεταθέτοντας τις επώδυνες λύσεις και το πρόβληµα για αργότερα και αναμένεται εφεξής γενναίο «ξεκαθάρισµα» της επιχειρηµατικής αγοράς το προσεχές διάστηµα, με κόψιμο των δεσμών μεταξύ τραπεζών και επιχειρηµατιών χάρη στις οποίες διατηρήθηκαν όλα τα προηγούµενα χρόνια εν ζωή επιχειρήσεις χωρίς προοπτικές ανάκαµψης και βιωσιµότητας.
Από τα µη εξυπηρετούµενα επιχειρηµατικά δάνεια εκτιμάται ότι το 50% αφορά βιώσιμες επιχειρήσεις. Για αυτές οι τράπεζες θα αναζητήσουν νέους  επενδυτές με ένα σχεδιασμό που θα περιλαμβάνει «κούρεµα» οφειλών που θα δεν θα ωφελήσει όμως τους επιχειρηµατίες-ιδιοκτήτες των υπερχρεωµένων επιχειρήσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, οι βιώσιµες υπερχρεωµένες επιχειρήσεις θα πρέπει ή να εξαγοραστούν ή να συγχωνευθούν. Ειδικά οι συγχωνεύσεις αποτελούν το αρχικό ζητούµενο στον σχεδιασµό των τραπεζών, καθώς διαβλέπουν την ανάγκη δηµιουργίας µεγαλύτερων επιχειρηµατικών σχηµάτων και κυρίως εξωστρεφών. Η επιλογή της εξαγοράς υπερχρεωµένων επιχειρήσεων φαίνεται να έρχεται στην πράξη καθώς επανεμφανίζονται επενδυτές που αναζητούν ευκαιρίες στην αγορά.
Οι επιχειρήσεις που θα διασωθούν θα βιώσουν τον κύκλο αλλαγών και εξυγίανσης με αλλαγές στο µάνατζµεντ. Ηδη, οι τράπεζες ασκούν πίεση για αλλαγές στη διοίκηση και σε αντίθετη περίπτωση απειλούν με ένδικα μέσα προς την ίδια κατεύθυνση.
Την αρχική πρόταση για το πώς θα µπορούσαν να κινηθούν οι τράπεζες στο µέτωπο των µεγάλων επιχειρηµατικών ανοιγµάτων τους είχε δώσει η µελέτη της McKinsey που είχε εκπονηθεί για λογαριασµό του ΤΧΣ. Η µελέτη αυτή είχε καταρτιστεί προκειµένου να αποτελέσει βασικό εργαλείο για το πώς θα προχωρήσουν οι τράπεζες στη διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων µεγάλων επιχειρηµατικών δανείων και έφερνε στο προσκήνιο µη εξυπηρετούµενα δάνεια 4,5 δισ. ευρώ από 5 κλάδους της οικονοµίας. Πρόκειται για δάνεια επιχειρήσεων, µε συνολικό δανεισµό 7,5 δισ. ευρώ, από τους τοµείς του τουρισµού, των τροφίµων και ποτών, της υγείας και φαρµάκων, των µεταφορών και των ιχθυοκαλλιεργειών, στα οποία υπάρχουν περιθώρια παρεµβάσεων για αναδιαρθρώσεις.
Τα συγκεκριµένα µεγάλα επιχειρηµατικά δάνεια αποτελούν µέρος ενός υποσυνόλου δανείων που ανήκουν σε 21 επιχειρηµατικούς κλάδους, αυξηµένης σπουδαιότητας για την οικονοµία δεδοµένων της συµβολής τους στην προστιθέµενη αξία του ΑΕΠ, της επίπτωσής τους στην απασχόληση και του χαρακτήρα τους (εξαγωγικού ή µη).
Ευρύτερα, βάσει της µελέτης της McKinsey, 168 όµιλοι µε 820 επιχειρήσεις, οι οποίοι έχουν περίπου 11 δισ. ευρώ µη εξυπηρετούµενα ανοίγµατα επί συνολικής δανειακής έκθεσης περίπου 15 δισ. ευρώ, θα µπορούσαν να υπαχθούν στο εύρος εφαρµογής του µηχανισµού των τραπεζών που προτείνει ο οίκος για τις αναδιαρθρώσεις.
Σηµειώνεται ότι η µελέτη της McKinsey αφορά επιχειρήσεις µε τζίρο άνω των 20 εκατ. ευρώ και µε µη εξυπηρετούµενα ανοίγµατα άνω των 10 εκατ. ευρώ. Το αρχικό της δείγµα αφορά περίπου 1.200 µεγάλους οµίλους, µε δανεισµό 36 δισ. ευρώ, εκ του οποίου µη εξυπηρετούµενα δάνεια 20 δισ. ευρώ. Ωστόσο, το τελικό νούµερο των περίπου 170 οµίλων στους οποίους µπορεί να βρει εφαρµογή το προτεινόµενο µοντέλο του συντονιστικού µηχανισµού των τραπεζών προκύπτει από τα φίλτρα που έβαλε η McKinsey ώστε να καθορίσει την τελική δυνητική περίµετρο του έργου. Έτσι, εξαίρεσε υγιείς επιχειρήσεις, επιχειρήσεις µε δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 2 ετών και αυτές των οποίων τα δάνεια έχουν καταγγελθεί ή βρίσκονται στη δικαστική οδό, καταλήγοντας στις προβληµατικές επιχειρήσεις µε δυνατότητα αναδιάρθρωσης.
Οσο αφορά τις µεσαίες επιχειρήσεις, οι τράπεζες σχεδιάζουν κοινό φορέα διαχείρισης για τα προβληµατικά δάνεια των µεσαίων επιχειρήσεων. Ο σχεδιασµός των τραπεζών προβλέπει τη δηµιουργία κοινού διαχειριστή (servicer) και από τις τέσσερις συστηµικές τράπεζες, ο οποίος θα καλύψει το κενό ενδιαφέροντος από τις εταιρείες διαχείρισης NPLs, οι οποίες ενδιαφέρονται µόνο για τα «κόκκινα» δάνεια των µεγάλων επιχειρήσεων και τα δάνεια της λιανικής τραπεζικής.
Τα δάνεια προς υπερχρεωµένες µεσαίου µεγέθους επιχειρήσεις θα τύχουν έτσι συνολικής αντιµετώπισης από τις τράπεζες, καθώς αποτελούν ενιαίο και δύσκολο πρόβληµα. Πρόκειται για δάνεια που δεν µπορούν να ενταχθούν στη στρατηγική αντιµετώπισης που θα ακολουθηθεί για τα µη εξυπηρετούµενα ανοίγµατα των µεγάλων επιχειρήσεων. Και αυτό, διότι πρόκειται για δάνεια επιχειρήσεων µε δανεισµό από 5 έως 20 εκατ. ευρώ η καθεµία, στα οποία εµπλέκονται όλες οι τράπεζες σε κάθε περίπτωση, µε ποσά δανεισµού 1-2 εκατ. ευρώ τουλάχιστον ανά συµµετοχή.
Η κατανομή αυτή εµποδίζει την ταχύτητα και την αποτελεσµατικότητα συντονιστικού µηχανισµού επίλυσης µε µία  τράπεζα. Το 20% των υπερχρεωµένων µεσαίων επιχειρήσεων από το σύνολο όσων έχουν πρόβληµα εξυπηρέτησης του δανεισµού τους κρίνονται µη βιώσιµες. Ειδικά, µάλιστα, τη στιγµή που τα σηµάδια για την κατανάλωση είναι απογοητευτικά, προµηνύοντας πολύ δύσκολο µέλλον και για τις µεσαίου µεγέθους επιχειρήσεις, οι οποίες αναγκαστικά θα πρέπει να διευρύνουν το πεδίο των αγορών τους µέσω συγχωνεύσεων.
κουρδιστο πορτοκαλι