10 Ιουν 2020

Δολοφονία Ούλοφ Πάλμε: Ο δράστης κατονομάστηκε, οι θεωρίες συνωμοσίας όμως «φουντώνουν»

Μια «ανοιχτή πληγή» για τη σουηδική κοινωνία, όπως είχε χαρακτηρίσει τη δολοφονία του Ούλοφ Πάλμε ο σημερινός πρωθυπουργός της χώρας Στέφαν Λεβέν, φαίνεται ότι έκλεισε ύστερα από 34 χρόνια καθώς........
οι εισαγγελικές αρχές κατονόμασαν τον Στιγκ Ένγκστρομ ως τον δράστη της εν ψυχρώ δολοφονίας του πρώην πρωθυπουργού της Σουηδίας.

Ωστόσο η ανακοίνωση του ονόματος του δράστη, ο οποίος αυτοκτόνησε το 2000, δεν είναι αρκετή για να τερματίσει δεκαετίες αβεβαιότητας και αμέτρητων θεωριών συνωμοσίας σχετικά με τη δολοφονία ενός από τους ισχυρότερους και περισσότερο αναγνωρισμένους ηγέτες της χώρας. Χωρίς να έχουν προκύψει νέα αποδεικτικά στοιχεία και χωρίς να βρεθεί το όπλο του εγκλήματος, αρκετοί στη Σουηδία αναρωτιούνται για ποιόν λόγο οι εισαγγελείς χρειάστηκαν τόσο πολύ καιρό για να ανακοινώσουν τα συμπεράσματά τους, καθώς ο δράστης της δολοφονίας του Ούλοφ Πάλμε δεν πρόκειται να προσαχθεί ποτέ ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Το προφίλ του δράστη Στιγκ Ένγκστρομ

Παρόλο που ο Στιγκ Ένγκστρομ, γνωστός και ως «Skandiamannen», καθώς εργαζόταν στη σουηδική ασφαλιστική εταιρεία Skandia, η έδρα της οποίας ήταν πολύ κοντά στον τόπο της δολοφονίας του Ούλοφ Πάλμε, είχε απασχολήσει την αστυνομία στο παρελθόν και είχε χαρακτηρισθεί ως ο νούμερο ένα ύποπτος από τον δημοσιογράφο Τόμας Πέτερσον που ερευνούσε επί σειρά ετών τη δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού της χώρας, εντούτοις δεν δικάστηκε ποτέ.

Αλκοολικός και χρόνιος χρήστης ναρκωτικών ουσιών, ο Στιγκ Ένγκστρομ έτρεφε βαθιά αντιπάθεια για τις πολιτικές του Ούλοφ Πάλμε και παρόλο που η εμφάνισή του ταίριαζε με τις περιγραφές του δράστη που έδωσαν στις αρχές αυτόπτες μάρτυρες, η αστυνομία δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τα απαραίτητα στοιχεία, ούτε να εντοπίσει το όπλο του εγκλήματος. Μάλιστα, είχε πει ψέματα για τις κινήσεις του, τις στιγμές μετά τη δολοφονία, υποστηρίζοντας ακόμη και ότι προσπάθησε να σώσει τον Πάλμε. Αργότερα προέκυψε ότι είχε εκπαιδευτεί στη χρήση όπλων.

Η πρώην σύζυγος του Στιγκ Ένγκστρομ είπε στην εφημερίδα Expressen το 2018 ότι είχε ερωτηθεί από ντετέκτιβ το 2017 για το θέμα. Εκείνη την εποχή είπε ότι η υποψία για την ενοχή του δεν στοιχειοθετούνταν. «Ήταν υπερβολικά δειλός. Δεν θα έβλαπτε ούτε μια μύγα», είχε πει.

Τα 34 χρόνια που ακολούθησαν τη δολοφονία του χαρισματικού ηγέτη της Σουηδίας, οι θεωρίες συνωμοσίας που αναπτύχθηκαν «ενέπλεκαν» πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών της Γιουγκοσλαβίας, την αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών CIA ακόμα και ακροδεξιές οργανώσεις στη Σουηδία με επαφές με την αστυνομία της χώρας ή και το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν.

Ο Ούλοφ Πάλμε υπήρξε ένας χαρισματικός πολιτικός που ηγήθηκε του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Σουηδίας και δημιούργησε πολλούς εχθρούς με τις τοποθετήσεις του και τις αποφάσεις του. Εντός της Σουηδίας είχε ανοίξει μέτωπο με τους ισχυρότερους βιομηχάνους και επιχειρηματίες, κατέκρινε ως βουλευτής τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968 καθώς και την εισβολή των ΗΠΑ στο Βιετνάμ ενώ επιτέθηκε με σφοδρότητα στο «φρικτό» καθεστώς του Απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής.

Το χρονικό της δολοφονίας

Ο Ούλοφ Πάλμε δολοφονήθηκε το βράδυ της Παρασκευής, 28 Φεβρουαρίου 1986 καθώς επέστρεφε από τον κινηματογράφο με τη σύζυγό του Λίζμπετ.

Νωρίς το απόγευμα εκείνης της ημέρας η Λίζμπετ Πάλμε επικοινώνησε με τον γιο της Μέρτεν και τη σύντροφό του και αποφάσισαν να συναντηθούν στον κινηματογράφο Grand Cinema για να απολαύσουν οικογενειακώς μια γνωστή κωμωδία της εποχής.

Στις 20: 30 ο Ούλοφ και η Λίζμπετ Πάλμε έφυγαν πεζή από την οικία τους χωρίς αστυνομική συνοδεία και κατευθύνθηκαν στον πλησιέστερο σταθμό του μετρό. Λίγο πριν τις 21:00 συναντήθηκαν με τον γιο τους και τη σύντροφό του. Καθώς τα εισιτήρια του κινηματογράφου είχαν σχεδόν εξαντληθεί, ο υπάλληλος του Grand Cinema που αναγνώρισε τον πρωθυπουργό της χώρας, του έδωσε τις θέσεις που είχε κρατήσει ο ίδιος ο ιδιοκτήτης του κινηματογράφου. Μετά την προβολή της ταινίας, τα δύο ζευγάρια έμειναν έξω από τον κινηματογράφο και συζήτησαν για λίγα λεπτά και στις 23:15 ο Ούλοφ και η Λίζμπετ Πάλμε κατευθύνθηκαν στον πλησιέστερο σταθμό του μετρό. Στις 23:21 ένας άνδρας πυροβόλησε από πολύ κοντινή απόσταση τον Ούλοφ Πάλμε στην πλάτη ενώ μια ακόμα σφαίρα βρήκε την Λίζμπετ Πάλμε τραυματίζοντάς την. Ο δράστης στη συνέχεια εξαφανίστηκε τρέχοντας στους σκοτεινούς δρόμους της Στοκχόλμης.

Μέσα σε ελάχιστα λεπτά ένας οδηγός ταξί που άκουσε τους πυροβολισμούς κάλεσε σε βοήθεια μέσω του ασυρμάτου του και οι πρώτοι αστυνομικοί έφτασαν στο σημεία λίγο μετά τις 23:24. Το ασθενοφόρο μετέφερε τον Ούλοφ Πάλμε στο νοσοκομείο στις 23:28 και λίγο μετά τα μεσάνυχτα ανακοινώθηκε επισήμως ο θάνατός του 59 ετών πρωθυπουργού της Σουηδίας.

Η προσπάθεια για τον εντοπισμό του όπλου

Η αστυνομία ερεύνησε τόσο την οικία του Ούλοφ Πάλμε όσο και του γιου του για να διαπιστώσουν εάν είχαν τοποθετηθεί συσκευές καταγραφής συνομιλιών, ώστε οι δράστες να γνώριζαν εκ των προτέρων την απόφαση τους να μεταβούν πεζή και χωρίς αστυνομική συνοδεία στον κινηματογράφο, ή εάν επρόκειτο για τυχαίο γεγονός. Παράλληλα κατέβαλε τεράστια προσπάθεια να εντοπίσει το όπλο του εγκλήματος, ένα «357 Magnum», δίνοντας έμφαση στα όπλα που την περίοδο της δολοφονίας είχαν κλαπεί.

Τελικά κατάφερε να εντοπίσει όλα τα κλεμμένα όπλα αυτού του είδους εκτός από ένα, το οποίο απεδείχθη ότι είχε κλαπεί από έναν έμπορο ναρκωτικών, τον Ζίγκβαρντ Κέτεργκεν, ο οποίος το είχε «δανείσει» στον φίλο του Κριστέρ Πέτερσον. Τον άνθρωπο που συνελήφθη και καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό για τη δολοφονία του Ούλοφ Πάλμε. Ωστόσο γρήγορα αποφυλακίστηκε, ύστερα από την άσκηση έφεσης, καθώς δεν αποδείχθηκε η δράση του, ούτε υπήρξε κάποιο κίνητρο ενώ δεν βρέθηκε όπλο στην κατοχή του.

Περισσότεροι από 25 αυτόπτες μάρτυρες εξετάστηκαν από την αστυνομία, χωρίς ωστόσο οι αρχές να καταφέρουν να σχηματίσουν μια σαφή εικόνα. Οι περισσότεροι μάρτυρες έκαναν λόγο για έναν άνδρα ηλικίας 30 έως 50 ετών, ύψους 1,80 – 1.85. Το 2006 μια ανώνυμη πληροφορία που έφτασε στην σουηδική εφημερίδα Expressen, οδήγησε την αστυνομία σε μια λίμνη στην κεντρική Σουηδία, στην οποία οι αρχές εντόπισαν ένα περίστροφο 357, το οποίο είχε διαβρωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε οι αρμόδιες υπηρεσίες της αστυνομίας αδυνατούσαν να καταλάβουν εάν επρόκειτο για το όπλο του εγκλήματος.

Με την ανακοίνωση των εισαγγελικών αρχών της Σουηδίας κλείνει μια υπόθεση 34 ετών, χωρίς ωστόσο να έχουν δοθεί όλες οι απαντήσεις.