Την περασμένη εβδομάδα, ο Μπόρις Τζόνσον παρότρυνε όλους τους Άγγλους να κάνουν δύο rapid test την εβδομάδα, στη μεγαλύτερη επέκταση που έχει γίνει ήδη στο διαγνωστικό πρόγραμμα που ήδη κοστίζει δισεκατομμύρια στο βρετανικό δημόσιο.
Ωστόσο, e-mail που διέρρευσαν και τα οποία βρίσκονται στη διάθεση του Guardian δείχνουν ότι υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης επιθυμούν την μείωση των rapid test σε ασυμπτωματικούς, εξαιτίας ενός αυξανόμενου αριθμού ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων.
Σε ένα e-mail, ο Μπεν Ντάισον, επικεφαλής στρατηγικής του υπουργείου υγείας και ένας εκ των συμβούλων του υπουργού, Ματ Χάνκοκ, τόνισε ότι είναι «επιτακτική ανάγκη να ληφθούν αποφάσεις» ως προς «το σημείο από το οποίο και έπειτα σταματάμε να προσφέρουμε τεστ σε ασυμπτωματικούς».
Στις 9 Απριλίου, την ημέρα που οι Άγγλοι μπορούσαν για πρώτη φορά να παραγγείλουν rapid test LDF για χρήση δις την εβδομάδα, ο Ντάισον έγραψε: «Από σήμερα, όποιος λάβει θετικό αποτέλεσμα σε τεστ LFD, για παράδειγμα στο Λονδίνο, στην καλύτερη περίπτωση έχει 25% πιθανότητες να είναι όντως θετικός, ενώ αν το έχει κάνει μόνος του, το αισιόδοξο σενάριο λέει ότι έχει 10% πιθανότητες να είναι ακριβές, ενώ το απαισιόδοξο ακόμη και 2%».
Προσθέτει ότι η επιτροπή του υπουργείου σύντομα θα πρέπει να αποφασίσει αν το να απαιτεί από τους πολίτες να αυτό-απομονώνονται πριν λάβουν θετικό αποτέλεσμα από μοριακό τεστ, «παύει να είναι λογικό» σε περιπτώσεις περιοχών με χαμηλή διασπορά, στις οποίες υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το αποτέλεσμα να είναι ψευδώς θετικό.
Η ακρίβεια των rapid test και ο σωστός τρόπος χρήσης τους έχουν γίνει αντικείμενο έντονης διαμάχης στη Βρετανία. Γενικώς, η αναλογία των ψευδώς θετικών αυξάνεται όσο μειώνονται τα πραγματικά κρούσματα. Και αυτό γιατί παρά το γεγονός ότι τα πραγματικά θετικά μειώνονται, τα ψευδώς θετικά παραμένουν λίγο-πολύ σταθερά.
Έτσι, χιλιάδες άνθρωποι ενδέχεται να αναγκαστούν να αυτό-απομονωθούν και να χάσουν εισοδήματα ή μαθήματα εξαιτίας ανακριβών αποτελεσμάτων. Η κυβέρνηση έχει συστήσει σε κάθε άνθρωπο που λαμβάνει θετικό αποτέλεσμα rapid test να προχωρά στη συνέχεια σε μοριακό και να μπαίνει σε καραντίνα μέχρι να λάβει αρνητικό αποτέλεσμα – όμως ορισμένοι ειδικοί επιμένουν ότι η διαδικασία αυτή είναι πολύ αργή, ενώ ένα δεύτερο rapid test έχει ακριβώς τις ίδιες πιθανότητες να δώσει λανθασμένο αποτέλεσμα.
Τα στοιχεία που παρουσίασαν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δείχνουν ότι αυτή τη στιγμή μόλις ένα στα 10 θετικά αποτελέσματα στο Λονδίνο ενδέχεται να είναι ακριβές και τη νοτιοανατολική και νοτιοδυτική Αγγλία, όπου η διασπορά είναι περιορισμένη. Στην Αγγλία συνολικά, εκτιμούν ότι μόνο το 38% των self test είναι ακριβή, με βάση τη γενική διασπορά της ασθένειας. Ο Guardian έχει πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες και η υπηρεσία δημόσιας υγείας της Αγγλίας είχε εγείρει ανησυχίες γύρω από τα μαζικά τεστ, λίγες ημέρες πριν την ανακοίνωσή τους στις 5 Απριλίου.
Τα μαζικά τεστ βρίσκονται στο επίκεντρο του κυβερνητικού σχεδίου για την άρση του lockdown, μαζί με το πρόγραμμα εμβολιασμού. Η κυβέρνηση έχει προμηθευτεί εκατομμύρια LFD τεστ, μέσα από προϋπολογισμό 37 δισεκατομμυρίων στερλίνων για το πρόγραμμα τεστ και ιχνηλάτησης του NHS.
Το υπουργείο υγείας και κοινωνικής πρόνοιας δήλωσε ότι η πολιτική για τα τεστ αξιολογείται διαρκώς όμως «δεν υπάρχει σχέδιο διακοπής του καθολικού προγράμματος. Καθώς ένα στα τρία άτομα δεν εμφανίζει συμπτώματα κοροναϊού, τα rapid test είναι σημαντικό εργαλείο για τον έλεγχο της εξάπλωσης του ιού, καθώς οι περιορισμοί χαλαρώνουν, μέσω του εντοπισμού κρουσμάτων που διαφορετικά θα παρέμεναν αδιάγνωστα».
«Όλοι οι κάτοικοι της Αγγλίας πλέον μπορούν να κάνουν rapid test δυο φορές την εβδομάδα. Τα rapid test εντοπίζουν γρήγορα τα κρούσματα, πράγμα που σημαίνει ότι οι θετικοί μπορούν να απομονωθούν αμέσως και τα στοιχεία δείχνουν ότι για κάθε 1.000 LFD προκύπτει λιγότερο από 1 ψευδώς θετικό αποτέλεσμα».
Στοιχεία του BBC από 26 εκατ. τέτοια τεστ που πραγματοποιήθηκαν τον Μάρτιο έδειξαν ότι από τα 30.904 θετικά κρούσματα, το 82% ήταν πραγματικά και το 18% ψευδώς θετικά. Η διασπορά του κοροναϊού στη χώρα ήταν μεγαλύτερη τον Μάρτιο, πράγμα που σημαίνει ότι το ποσοστό των ψευδώς θετικών πλέον είναι υψηλότερο.
Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των τεστ πραγματοποιήθηκαν σε σχολεία, δηλαδή σε χώρους όπου η διασπορά ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Έτσι, το ποσοστό των ψευδώς θετικών αναμένεται να αυξηθεί καθώς ο πληθυσμός αρχίζει να πραγματοποιεί self test στο σπίτι.
Πρόσφατη επισκόπηση της Cochrane που ανέλυσε 64 μελέτες διαπίστωσε ότι τα rapid test μπορούν να εντοπίσουν με ακρίβεια το 72% των κρουσμάτων που αφορούν ανθρώπους που παρουσιάζουν συμπτώματα και το 78% κατά την πρώτη εβδομάδα της ασθένειας. Όμως στην περίπτωση των ασυμπτωματικών, το ποσοστό πέφτει στο 58%.