Νέα δεδομένα στη ζοφερή υπόθεση στο Ίλιον όπου οκτώ μαθητές κατηγορούνται και έχουν ήδη προφυλακιστεί για τον βιασμό ενός 15χρονου συμμαθητή τους, προκύπτουν από την ιατροδικαστική εξέταση του θύματος που μπήκε στη δικογραφία.
Όπως αναφέρει η ιατροδικαστική έκθεση που αποκαλύπτει το protothema.gr «Ο υπογράφων ιατροδικαστής, κατόπιν εγγράφου παραγγελίας του Τμήματος Ασφαλείας Ιλίου, εξήτασα τον 15χρονο μαθητή προκειμένου να αποφανθώ για σωματικές κακώσεις. Το συμβάν έλαβε χώρα την 1η Δεκεμβρίου 2022 και ώρα 18:00. Από την εξέταση που έγινε στο ιατρείο της Υπηρεσίας μας στις 19.12.2022 διαπιστώθηκαν τα κάτωθι: 1)Εκ της γενομένης σήμερον κλινικής εξετάσεως, δεν παρατηρούνται μακροσκοπικώς εμφανείς κακώσεις σώματος. 2) Ο πρωκτός, η περιπρωκτική χώρα, ο βλεννογόνος του δακτυλίου και ο τόνος των σφιγκτήρων μυών, έχουν κατά φύση. Σχόλιο: Τυχούσες ασελγείς προστριβές, θωπείς κ.λ.π, δεν είναι δυνατόν να βεβαιωθούν ή να αποκλειστούν ιατροδικαστικώς».
Μετά την έκθεση, ο δικηγόρος του ενός εκ των προφυλακισθέντων κατηγορουμένων βουλγαρικής καταγωγής κ. Εμμανουήλ Διαμαντάρας υπέβαλλε αίτηση αποφυλάκισης καθώς όπως επισημαίνει στο protothema.gr δεν προκύπτει το αδίκημα του βιασμού: «Tο πιο σημαντικό αποδεικτικό στοιχείο μιας υπόθεσης βιασμού είναι η ιατροδικαστική εξέταση του θύματος. Στην προκειμένη υπόθεση η ιατροδικαστική εξέταση παρέμεινε στα συρτάρια του Τμήματος Ασφαλείας που είχε δώσει την παραγγελία για εξέταση και δεν εστάλη στην ανακρίτρια που διεξάγει την κυρία ανάκριση πάρα ένα μήνα μετά. Tο περιεχόμενο της ιατροδικαστικής εξέτασης δείχνει ότι δεν έλαβε χώρα βιασμός και το θύμα είναι στο συγκεκριμένο σημείο του σώματος του είναι κατά φύση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι γιατί ο εντολέας μου κρίθηκε ως προσωρινά κρατούμενος με μόνη την καταγγελία και χωρίς να υπάρχει η ιατροδικαστική στη δικογραφία και ποιος ανέλαβε την ευθύνη να μην την αποστείλει αμελλητί στην ανακρίτρια».
Η δικογραφία: « Ήταν ένα παιγνίδι»
Τα οκτώ παιδιά, ηλικίας 15 έως 17 ετών, που κατηγορούνται, στις απολογίες τους κάνουν λόγο για ένα παιχνίδι που ξέφυγε. Ξεκίνησε ως πλάκα, με τον έναν έφηβο να πειράζει τον άλλο, χωρίς μέτρο και όριο και κατέληξε σε πράξεις, που οι ίδιοι πλέον οι κατηγορούμενοι δεν αποδέχονται και ζητούν συγγνώμη από τον συμμαθητή τους που κακοποιήθηκε και διασύρθηκε από αυτό το κακόγουστο και αποτρόπαιο «αστείο».
«Το πρώτο περιστατικό έγινε στα μέσα Νοεμβρίου και ξεκίνησε με ένα απλό πείραγμα μεταξύ όλων, όπως συνηθίζαμε να κάνουμε τις φορές που βρισκόμασταν στα πλαίσια της μεταξύ μας παρέας και του ελεύθερου χρόνου μας. Όταν ξεκίνησε το αστείο εις βάρος του 15χρονου, εγώ δεν είχα καμία εμπλοκή. Στην αρχή απλώς κοιτούσα, ενώ κάποια στιγμή κάποιος από την παρέα με παρότρυνε να τραβήξω βίντεο τη σκηνή με όλους τους εμπλεκόμενους φίλους μου. Μετά τη λήξη της πλάκας -όπως πιστεύαμε- καθόμασταν όλοι μαζί στο δωμάτιο και συζητούσαμε, ενώ εκεί ήταν και ο 15χρονος, ο οποίος μετά από λίγο έφυγε, καθώς μας είπε ότι έπρεπε να γυρίσει σπίτι του» αναφέρει ο 15χρονος που φέρεται να είναι ένας από τους μαθητές που τράβηξε βίντεο.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος που παραδέχεται ότι βιντεοσκοπούσε το σκηνικό τόνισε: «Μετά το περιστατικό συνεχίστηκε κανονικά η καθημερινότητά μας στο σχολείο και σε καμία περίπτωση δεν αντιλήφθηκε κανείς ότι όλη αυτή η συμπεριφορά ήταν ένα λάθος. Μάλιστα, το επόμενο απόγευμα κανονίσαμε να βγούμε όλοι μαζί και πήγαμε ξανά σε εκείνο το σπίτι. Το πρώτο βίντεο που τράβηξα, το έστειλα αποκλειστικά στους παρευρισκόμενους, αφού οι ίδιοι μου το ζήτησαν, και σε κανέναν άλλον. Το δεύτερο βίντεο δεν το έστειλα σε κανέναν, ενώ το διέγραψα σχεδόν αμέσως μετά το περιστατικό. Η παρουσία μου εκεί ήταν εντελώς παθητική και το σοβαρό μου λάθος ήταν ότι υπάκουσα στις παροτρύνσεις των άλλων και βιντεοσκόπησα το συμβάν».
Ο 15χρονος μαθητής από τη Βουλγαρία που πήρε και αυτός τον δρόμο για τη φυλακή υποστηρίζει: «Δεν ξέρω γιατί με μπλέκει. Αυτόν τον ισχυρισμό τον διαψεύδω κατηγορηματικά και τον αποδίδω στη σύγχυση και τη στεναχώρια που βίωσε. Τα περιστατικά, όπως και οι συγκατηγορούμενοι μου αναφέρουν είναι αποκλειστικά δύο: Στις 11 και στις 19 Νοεμβρίου. Το πρώτο, ημέρα Παρασκευή, εγώ και ένας φίλος μου δεν ήμασταν στο σπίτι αλλά στο φροντιστήριο και είχαμε μάθημα Φυσικής. Είναι αληθές όμως το δεύτερο συμβάν. Ήμουν παρών καθόμουν στον καναπέ και δεν είχα αντιληφθεί τι θα γινόταν. Είχα γνώση του προηγούμενου βίντεο που είχε τραβηχτεί στις 11 Νοεμβρίου, αλλά δεν περίμενα ότι θα ξαναγινόταν κάτι τέτοιο. Και ξαφνικά άκουσα τους φίλους μου να λένε στο παιδί: “Πολύ κάθισες, πολύ κάθισες”. Και δευτερόλεπτα εξελίχθηκε το περιστατικό και στο οποίο εγώ φώναζα “Ρε τι κάνετε;” και έτσι ο ένας σταμάτησε να ενεργεί όπως ενεργούσε. Στις 17 Δεκεμβρίου, φύγαμε οικογενειακώς για τη Βουλγαρία και επέστρεψα την επόμενη ημέρα εκείνης που με αναζητούσε η Αστυνομία».
Άλλος ένας από την παρέα λέει πως «το σπίτι της οδού Μυλοποτάμου ήταν κάποιου ηλικιωμένου ζευγαριού που έχουν αποβιώσει. Σιγά σιγά οι φίλοι μου κι εγώ το φτιάξαμε, το καθαρίσαμε βάλαμε κάποιους καναπέδες και τηλεόραση και είχαμε όλοι κλειδιά. Κάναμε και διάφορες πλάκες όλοι μεταξύ μας. Και σε μένα το ίδιο έκαναν οι φίλοι μου. Πέφταμε όλοι πάνω σε έναν, τσακωνόμασταν στα αστεία χωρίς να τραυματίσει ο ένας τον άλλον, σπρωχνόμασταν. Τον τελευταίο καιρό μπορεί να πείραζε σοβαρότερα ο ένας τον άλλον. Έτσι παρασύρθηκα και εγώ μια φορά, αυτήν που αναφέρει ο 15χρονος στο βίντεο και του κράτησα τα πόδια. Τις άλλες φορές που συνέβη το ίδιο δεν είχα συμμετοχή».
Φώναζα και τους έλεγα «Σταματήστε, σταματήστε, σταματήστε!»
Ο μαθητής, στην πολυσέλιδη κατάθεση που έδωσε, στην ερώτηση της ειδικής ψυχολόγου για το πως ξεκινούσε η διαδικασία του ομαδικού βιασμού του, απάντησε: «Έτσι όπως καθόμασταν όλοι μαζί και ήμασταν σαν παρέα και συζητάγαμε και κάναμε τις πλάκες μας. Βρισκόμασταν σε ένα σπίτι της γιαγιάς του Κώστα που έχει πεθάνει. Όλο αυτό το γνώριζαν οι γονείς μου και οι γονείς των παιδιών. [….]Μου λέγανε πολύ κάθεσαι, πολύ κάθεσαι… Πολύ κάθεσαι. Όταν το έλεγαν αυτό σήμαινε ότι πήγαιναν να το κάνουνε. Με έχουν βαρέσει. Όταν σταματούσαν, καθόμουν πέντε δέκα λεπτά να ηρεμήσω και μετά έφευγα. Δεν ήθελα να κάτσω μαζί τους. Αυτοί λέγανε “Κάτσε, δεν θα το ξανακάνουμε”, αλλά εγώ έφευγα.».
Ο μαθητής αναφέρεται και στις σπαρακτικές εκκλήσεις που έκανε στους βιαστές του να τον αφήσουν. Χωρίς όμως κανένας να τον ακούει, κανένας από αυτούς να συγκινείται.. «Φώναζα και τους έλεγα “Σταματήστε, σταματήστε, σταματήστε!”. Δεν ακούγανε. Τους έλεγα ότι αυτό που κάνουν με πειράζει και ότι πονάω. Και κάποιες φορές με κρατάγανε από το κεφάλι. Ένας από αυτούς το έκανε. Κεφαλοκλείδωμα με είχε πιάσει και δεν μπορούσα να ανασάνω και με πίεζε εδώ στο διάφραγμα και δεν μπορούσα να ανασάνω. Και του το έλεγα ότι δεν μπορώ να πάρω ανάσα και επειδή αυτό το έκανε γιατί είχε νεύρα καθώς όταν κούνησα το χέρι μου για να ξεφύγω του έβγαλα κατά λάθος τα γυαλιά. Νευρίασε και λέει “Τώρα θα σου δείξω εγώ” και με έπιασε κεφαλοκλείδωμα και δεν μπορούσα να πάρω ανάσα. Και δεν ξέρω πόση ώρα κράταγε ακριβώς. Άλλες φορές λίγο, άλλες φορές πολύ. Εκείνοι αποφάσιζαν πότε θα σταματήσει».