Ούτε μετά τις δεύτερες εκλογές, που θα διεξαχθούν με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, δεν βλέπει αυτοδύναμη κυβέρνηση στην Ελλάδα η Oxford Economics, καθώς η εταιρία οικονομικών αναλύσεων εκτιμά πως το πιθανότερο σενάριο για τις εκλογές στην Ελλάδα είναι μια.... κυβέρνηση συνεργασίας, ενδεχομένως ύστερα από δεύτερο γύρο μετά τις κάλπες του Μαΐου.
«Δεν πιστεύουμε ότι η πολιτική αναταραχή θα επηρεάσει τη βασική μας πρόβλεψη για την Ελλάδα, η οποία προβλέπει επιβράδυνση της ανάπτυξης και εξυγίανση των δημοσιονομικών μεγεθών κατά τα επόμενα χρόνια» εξηγεί η Oxford Economics. «Ενώ η πολιτική αβεβαιότητα είναι υψηλή, πιστεύουμε ότι μια επανάληψη των εντάσεων που παρατηρήθηκαν μετά τις εκλογές του 2015 είναι απίθανη. Η οικονομία βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση, με χαμηλότερη ανεργία και ισχυρότερη δημοσιονομική θέση, γεγονός που καθιστά απίθανους περαιτέρω γύρους λιτότητας, παρά την επαναφορά των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων το 2024» συνεχίζει η εταιρία οικονομικών αναλύσεων.
«Η Ελλάδα επιβαρύνεται από κληρονομικά και διαρθρωτικά ζητήματα, που θα μπορούσαν γρήγορα να αντιστρέψουν τα κέρδη που επιτεύχθηκαν τα τελευταία χρόνια. Οι πιο μακροπρόθεσμες προοπτικές παραμένουν θολές λόγω της χαμηλής δυνητικής ανάπτυξης, καθώς οι σχετικά υποτονικές επενδύσεις και η παραγωγικότητα δεν θα αντισταθμίσουν την επιβάρυνση από την ταχεία μείωση του πληθυσμού» προβλέπει η Oxford Economics.
Δεύτερος γύρος στις αρχές Ιουλίου
Οπως τονίζει, εάν τα κόμματα στην Ελλάδα δεν ενωθούν για να σχηματίσουν κυβέρνηση, τότε θα διεξαχθεί δεύτερος γύρος στις αρχές Ιουλίου. Σε αυτή την περίπτωση, το κόμμα που θα έρθει πρώτο θα πάρει 20 επιπλέον έδρες από το σύνολο των 300 και μία επιπλέον έδρα για κάθε μισή ποσοστιαία μονάδα μεταξύ του 25% και 40%, μέχρι 30 έδρες. Οι υπόλοιπες έδρες θα κατανέμονται αναλογικά.
Έτσι, ένα ποσοστό 40% των ψήφων θα εγγυάται στον νικητή την πλειοψηφία, αν και ένα χαμηλότερο ποσοστό, όπως 37%-38%, θα πρέπει να είναι αρκετό για να σχηματιστεί κυβέρνηση, ανάλογα με το πόσα κόμματα αποκλείονται από το Κοινοβούλιο, λόγω του ελάχιστου ορίου για την είσοδο στη Βουλή της τάξης του 3%.