Το απροσδιόριστο λευκό χαρτονένιο κουτί βρισκόταν σε μια σκοτεινή γωνιά της σοφίτας, ξεχασμένο για χρόνια. Μόνο όταν το κουτί ανοίχτηκε, αποκαλύφθηκε το φρικιαστικό περιεχόμενό του. Καθαρά διπλωμένο στο εσωτερικό του, ακόμα λερωμένο με το αίμα του προέδρου Τζον Κένεντι, βρισκόταν το ροζ κοστούμι που φορούσε η πρώτη κυρία Τζάκι Κένεντι στις 22 Νοεμβρίου 1963, όταν ο σύζυγός της πυροβολήθηκε στο Ντάλας.
Η εκπληκτική αποκάλυψη ότι το κοστούμι Chanel, ένα από τα πιο συμβολικά ρούχα της ιστορίας, παρέμενε αφύλαχτο επί δύο δεκαετίες στη σοφίτα του σπιτιού της μητέρας της Τζάκι, Τζάνετ Άτσινκλος, στην Ουάσινγκτον, είναι μία από τις «βόμβες» του νέου βιβλίου για την πιο διάσημη Πρώτη Κυρία της Αμερικής.
Η Τζάνετ – που πέθανε το 1989 σε ηλικία 81 ετών – πήρε το ρούχο από την υπηρέτρια της Τζάκι στον Λευκό Οίκο, την Προβιντένσια Παρέδες, αφού η εξαντλημένη Τζάκι επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τη νύχτα της δολοφονίας του συζύγου της.
Η Πρώτη Κυρία, όπως αναφέρει η «Daily Mail», είχε αρνηθεί να βγάλει το αιματοβαμμένο κοστούμι, ακόμη και όταν ο διάδοχος του Κένεντι, Λίντον Μπ. Τζόνσον, ορκιζόταν πρόεδρος στο Air Force One, λέγοντας: «Ας δουν τι έκαναν».
Σύμφωνα με τον συγγραφέα Τζέι Ράντι Ταραμπορέλι, του οποίου το νέο βιβλίο «Jackie: Public, Private, Secret» κυκλοφορεί αυτή την εβδομάδα, η Τζάκι τρομοκρατήθηκε όταν η μητέρα της ανακάλυψε το κοστούμι στη σοφίτα της στα μέσα της δεκαετίας του 1980.
Πίστευε ότι είχε καταστραφεί. Το ροζ καπέλο, που είχε βαφτεί από το αίμα του – τότε – Πρόεδρου των ΗΠΑ είχε εξαφανιστεί.
«Ένα από τα μέλη της οικογένειας της Τζάκι λέει ότι η Μέρι Γκάλαχερ (γραμματέας της Τζάκι) ανέκτησε το καπέλο στο νοσοκομείο Parkland Memorial. Το έδωσε στην Τζάνετ μια εβδομάδα μετά την κηδεία του JFK. Η Τζάνετ αποφάσισε να το κρατήσει για τον εαυτό της. Δεν είναι γνωστό τι απέγινε», γράφει ο Τζέι Ράντι Ταραμπορέλι.
Η Τζάκι δώρισε το κοστούμι της στα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ. Παραμένει σε ένα δωμάτιο με ελεγχόμενη θερμοκρασία με αυστηρές εντολές της ίδιας να μην εκτεθεί μέχρι το 2103 – 140 χρόνια μετά τη δολοφονία.
Ενώ χιλιάδες λέξεις έχουν γραφτεί για την Τζάκι Κένεντι όλα αυτά τα χρόνια, οι κριτικοί έχουν περιγράψει το νέο βιβλίο των 500 σελίδων ως την «απόλυτη» περιγραφή της αινιγματικής γυναίκας που γοήτευσε τον κόσμο με τη χάρη και την αυτοπεποίθησή της μετά τον θάνατο του JFK, αλλά η οποία προστάτευε σφόδρα την προσωπική της ζωή.
Κατά τη διάρκεια της ζωής της, έδωσε μερικές συνεντεύξεις και αρνήθηκε να γράψει απομνημονεύματα. Ήταν τόσο κλειστή που, όταν διαγνώστηκε με καρκίνο τον Ιανουάριο του 1994 και ήξερε ότι είχε μήνες ζωής, κάλεσε φίλους και μέλη της οικογένειάς της στο διαμέρισμά της, στην Πέμπτη Λεωφόρο της Νέας Υόρκης, και έκαψε συστηματικά όλα τα προσωπικά της γράμματα και τις φωτογραφίες της.
Ο πρώην εραστής της, Τζακ Γουάρνακι, αρχιτέκτονας που σχεδίασε το μνημείο της «Αιώνιας Φλόγας» του JFK στο Εθνικό Κοιμητήριο του Άρλινγκτον στην Ουάσιγκτον, όπου αναπαύεται τώρα η Τζάκι, είπε στον Τζέι Ράντι Ταραμπορέλι πως «μου έδωσε μια στοίβα φακέλους τακτοποιημένους με νήμα».
Σε αυτό που ο Τζακ Γουάρνακι χαρακτήρισε ως «νυχτερινή τελετουργία» μέχρι τον θάνατό της, τομ Μάιο του 1994, σε ηλικία μόλις 64 ετών, «η Τζάκι έλυσε το νήμα και πήρε ένα γράμμα από τη στοίβα, το διάβασε πριν το βάλει στη φωτιά».
«Υπήρχαν επιστολές από τα παιδιά της Τζάκι, τον Τζον και την Καρολίν. Υπήρχαν, επίσης, επιστολές από τον Τζακ Κένεντι, τον Αριστοτέλη Ωνάση (τον δεύτερο σύζυγό της), τον πατέρα της, τον Τζακ Μπουβιέ, και ακόμα και μερικές από μένα». είπε. Ο Τζέι Ράντι Ταραμπορέλι πέρασε πάνω από μια δεκαετία μιλώντας με μέλη της οικογένειας, πρώην εραστές, μέλη του προσωπικού και φίλους της. Την περιγράφει ως μια γυναίκα με εμμονή με το χρήμα, η οποία είχε πολλούς εραστές αλλά απέρριπτε αδίστακτα τους άνδρες που δεν ήταν αρκετά πλούσιοι για τον τζετ-σετ τρόπο ζωής της.
«Το χρήμα είναι δύναμη και θέλω και τα δύο», είπε στον Τζακ Γουάρνακι. Ήταν τόσο τσιγκούνα που σε όλη της τη ζωή κρατούσε ένα καθημερινό βιβλίο στο οποίο κατέγραφε κάθε δεκάρα που ξόδευε, από ένα καρβέλι ψωμί μέχρι το χαρτζιλίκι των παιδιών της.
Η κόντρα της Τζάκι Κένεντι με τη Μέριλιν Μονρόε
Η Τζάκι χαρακτηρίζεται, επίσης, ως μια ευάλωτη γυναίκα που δεν ξεπέρασε ποτέ τη δολοφονία του συζύγου της και βασανίστηκε όταν αποκαλύφθηκε ότι την απατούσε καθ' όλη τη διάρκεια του γάμου τους. «Ήξερε ότι την απατούσε, αλλά ήταν η έκταση που πήρε το γεγονός μετά τον θάνατό του που την κατέστρεψε», δήλωσε ένας φίλος της.
Είπε στους φίλους της και στον ψυχολόγο της ότι την καταδίωκε ένα τηλεφώνημα που έκανε μια από τις ερωμένες του, η Μέριλιν Μονρόε, στον Λευκό Οίκο. Το τηλεφώνημα έγινε από τη γραμμή της Τζάκι στο ιδιωτικό διαμέρισμα των Κένεντι.
Εβδομάδες πριν, η Τζάκι είχε αρνηθεί να παραστεί στη συναυλία γενεθλίων όπου η Μέριλιν Μονρόε, ντυμένη με ένα διάφανο γυμνό φόρεμα, τραγουδούσε με κομμένη την ανάσα: «Χρόνια πολλά, κ. Πρόεδρε». «Δεν πρόκειται να ταπεινωθώ» είπε η Τζάκι, όταν ρωτήθηκε γιατί αρνήθηκε να πάει στη γιορτή γενεθλίων του συζύγου της. Έτσι, όταν η Μέριλιν τηλεφώνησε ζητώντας τον JFK, η απότομη Τζάκι ξεσπάθωσε: «Περί τίνος πρόκειται». Η Μέριλιν Μονρόε απάντησε: «Ω, τίποτα το ιδιαίτερο, απλώς ήθελα να πω "γεια"».
«Αυτό τη βασάνιζε για δεκαετίες» είπε ένας φίλος και πρόσθεσε: «Ποτέ δεν έμαθε αν το τηλεφώνημα ήταν αληθινό, μέχρι που χρόνια αργότερα, όταν έκανε ψυχοθεραπεία και ο ψυχολόγος της τής εκμυστηρεύτηκε ότι έκανε συνεδρίες με τη Μέριλιν, εκείνη είχε ομολόγησε ότι έκανε το τηλεφώνημα. Η Τζάκι έγινε έξαλλη και απέλυσε τον ψυχολόγο επί τόπου»
Σκέφτηκε να εγκαταλείψει τον σύζυγό της τα πρώτα χρόνια του γάμου τους, όταν εκείνος ήταν ακόμη γερουσιαστής της Μασαχουσέτης, αφού εκείνος της είχε μεταδώσει επανειλημμένα πολλαπλά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, ένα από τα οποία πίστευε ότι ευθυνόταν για το ότι η κόρη τους, η Αραμπέλα, γεννήθηκε νεκρή το 1956.
«Ο Τζακ έτυχε να βρίσκεται σε μια κρουαζιέρα στις ακτές της Ιταλίας και να διασκεδάζει με τους φίλους του, ανάμεσά τους και μερικές γυναίκες. Όταν αποφάσισε να μην επιστρέψει μετά την αποβολή της Τζάκι, όλοι τρομοκρατήθηκαν» γράφει η Τζέι Ράντι Ταραμπορέλι. Η Τζάκι είπε στον πατριάρχη της οικογένειας Κένεντι, τον Τζο Κένεντι, ότι δεν ήταν διατεθειμένη να ανεχτεί την απιστία του συζύγου της.
Η συμφωνία με την Τζάκι Κένεντι
Τότε ήταν που ο Τζο, ο οποίος ήθελε απεγνωσμένα να παρουσιάσει η Τζάκι στον κόσμο μια «τέλεια ένωση» για να ενισχύσει τις προεδρικές φιλοδοξίες του γιου του, πρότεινε μια συμφωνία.
Κατά τη διάρκεια γεύματος στο «Le Pavilion», ένα γαλλικό εστιατόριο στη Νέα Υόρκη, της πρόσφερε 100.000 δολάρια για κάθε παιδί που θα «έφερνε στον κόσμο». Τον Νοέμβριο του 1957, η Τζάκι γέννησε την κόρη της Καρολάιν και ο Τζο, όπως υποστηρίζει το βιβλίο, τήρησε την υπόσχεσή του και κατέθεσε 100.000 δολάρια στον τραπεζικό της λογαριασμό εκείνη την ημέρα. Ο γιος, Τζον Τζούνιορ, ακολούθησε τρία χρόνια αργότερα, δύο εβδομάδες μετά την εκλογή του πατέρα του ως Προέδρου των ΗΠΑ το 1960.
Νεαρή, όμορφη και γοητευτική, η Τζάκι μάγεψε τον κόσμο ως Πρώτη Κυρία της Αμερικής, αλλά στο παρασκήνιο, δεν ήταν όλα καλά. Εκείνη τον έδιωξε από το συζυγικό κρεβάτι αλλά, σύμφωνα με μια νέα αποκάλυψη στο βιβλίο, το βράδυ πριν φύγουν για το Ντάλας [τρύπωσε στο υπνοδωμάτιο του Λευκού Οίκου στη μέση της νύχτας και έκαναν έρωτα». Αργότερα είπε στην αδελφή της ότι «είχε ένα κακό προαίσθημα».
Την επόμενη ημέρα, ενώ βρισκόταν ακόμα στο νοσοκομείο του Ντάλας, η Τζάκι ρωτήθηκε πώς ήθελε να πει στα παιδιά τους ότι ο πατέρας τους ήταν νεκρός. «Θα έπρεπε να το κάνει η Μοντ» απάντησε, αναφερόμενη στη Μοντ Σο, την νταντά των παιδιών. Η μητέρα της Τζάκι, η Τζάνετ, μετέφερε τα νέα στη Μοντ.
«Άδεια για να υπερβούμε τα όρια;» ρώτησε η πιστή νταντά. Όταν η Τζάνετ έγνεψε, η Μοντ απάντησε: «Δεν μπορώ να στερήσω την τελευταία ευτυχία ενός παιδιού», με την Τζάνετ να απαντά: «Αυτή είναι η επιθυμία της Τζάκι και πρέπει να το κάνεις χωρίς ερωτήσεις».
Από τον Λευκό Οίκο στη χρεοκοπία
Στα χρόνια που ακολούθησαν τη δολοφονία του JFK, η Τζάκι βυθίστηκε σε βαθιά κατάθλιψη. Έπινε πολύ και άρχισε να παίρνει χάπια για να προσπαθήσει να νικήσει τους δαίμονές της. Η Τζάκι βρέθηκε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας όταν έφυγε από τον Λευκό Οίκο. Τα πλούσια πεθερικά της αρνήθηκαν να τη στηρίξουν.
Όταν έκανε κάποιες εργασίες στο νέο της σπίτι, παρακάλεσε τους οικοδόμους να δεχτούν μια υπογεγραμμένη φωτογραφία αντί για πληρωμή, «γιατί μια ημέρα θα αξίζει περισσότερα χρήματα». Οι οικοδόμοι επέμεναν να πληρωθούν με επιταγή.
Η Τζάκι κοιμήθηκε με διάφορους άνδρες, μεταξύ των οποίων και με τον αρχιτέκτονα Τζακ Γουάρνακι, που σχεδίαζε το μνημείο του συζύγου της. Ο ίδιος διηγείται πώς «έκαναν έρωτα στο αυτοκίνητο και στην παραλία» και την αποκάλεσε «σεξουαλική, ζωντανή, συναρπαστική». Του είπε ότι δεν θα ξεπεράσει ποτέ τον θάνατο του JFK, λέγοντας: «Η ζωή μου έχει τελειώσει».
Κάποτε την παρακολούθησε να βγάζει το μπουρνούζι του εκλιπόντος συζύγου της από ένα ξύλινο μπαούλο και να αναπνέει το άρωμά του, περιγράφοντας τη στιγμή ως «συγκλονιστικά θλιβερή», αλλά παράτησε έναν συντετριμμένο Τζακ Γουάρνακι, όταν εκείνος της είπε ότι η επιχείρησή του θα χρεοκοπούσε.
Το κεφάλαιο του Αριστοτέλη Ωνάση
Ο Έλληνας μεγιστάνας της ναυτιλίας Αριστοτέλης Ωνάσης, εραστής της αδελφής της, της Λι, εντοπίστηκε από το προσωπικό του Λευκού Οίκου να μπαίνει κρυφά στην κρεβατοκάμαρά της το βράδυ πριν από την κηδεία του συζύγου της. Όταν ρωτήθηκε πώς ήταν ο ηθοποιός Γουόρεν Μπίτο στο κρεβάτι, η Τζάκι απάντησε ότι ήταν «υποτυπωδώς ικανοποιημένη« προσθέτοντας: «Υπάρχουν τόσα πολλά που μπορούν να κάνουν οι άνδρες».
Παραδέχτηκε ότι φιλούσε τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ, παρόλο που ήταν παντρεμένος: «Μου είπε ότι ήθελε να μπορεί να λέει ότι φιλήθηκε με την Τζάκι, οπότε τώρα μπορώ να πω ότι φιλήθηκα με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ. Είμαστε πάτσι».
Ηθικά, δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να μοιράζεται εραστές με τη μικρότερη αδελφή της, τη Lee. Ήταν εκείνη που ερωτεύτηκε για πρώτη φορά τον JFK αφού τον είδε σε έναν χορό, αλλά η φιλόδοξη μητέρα τους, η Τζάνετ, αποφάσισε ότι ο Κένεντι θα ήταν καλύτερο ταίρι για την Τζάκι.
Οι αδελφές μοιράζονταν το κρεβάτι του κοσμικού φωτογράφου Πίτερ Μπερντ και η Τζάκι κυνήγησε τον Ωνάση, παρά το γεγονός ότι γνώριζε ότι η Λι ήταν ερωτευμένη μαζί του. Όταν ο γαμπρός της, Μπόμπι Κένεντι, δολοφονήθηκε το 1968, καθώς έβαζε υποψηφιότητα για Πρόεδρος, η Τζάκι έπεσε σε συναισθηματική ελεύθερη πτώση.
«Σκοτώνουν τους Κένεντι» αναφώνησε πριν αποφασίσει ότι μόνο ο Ωνάσης θα μπορούσε να προσφέρει την προστασία που χρειάζονταν τα παιδιά της. Η Τζάκι έκανε πρόταση γάμου στον Ωνάση και απαίτησε προγαμιαίο συμβόλαιο, το οποίο της απέφερε το ισοδύναμο των 150 εκατομμυρίων δολαρίων. «Επιτέλους ήταν οικονομικά εξασφαλισμένη για όλη της τη ζωή', γράφει ο Τζέι Ράντι Ταραμπορέλι.
Ο γιος του Ωνάση, Αλέξανδρος, ο οποίος αργότερα πέθανε σε αεροπορικό δυστύχημα, λέγεται ότι ήταν τόσο έξαλλος με τη «χρυσοθήρα» που παντρεύτηκε ο πατέρας του, που κανόνισε οι παπαράτσι να τραβήξουν κρυφά τη μητριά του καθώς έκανε ντους γυμνή έξω στον Σκόρπιο, το ιδιωτικό ελληνικό νησί της οικογένειας.
Η Τζάκι, της οποίας το βάρος δεν είχε ποτέ διακυμάνσεις πάνω από 5 κιλά και η οποία έκανε κρυφό λίφτινγκ στα 59 της χρόνια, γέλασε. Η μόνη σωματική της πάθηση ήταν η νευρική βλάβη στον έναν ώμο, τραυματισμός που υπέστη από το ότι έσφιγγε τόσο δυνατά το σώμα του Κένεντι στο πίσω μέρος της λιμουζίνας στο Ντάλας μετά τον πυροβολισμό του.
Διατηρούσε τη φόρμα της με γιόγκα, ωστόσο, οι δύο σημαντικότερες σχέσεις της μετά τον Κένεντι ήταν χωρίς έρωτα. Το βιβλίο υποστηρίζει ότι ο Ωνάσης μετάνιωσε πικρά για τον γάμο του με την Τζάκι Κένεντι, ο οποίος, παρά το γεγονός ότι του προσέφερε το κύρος του γάμου με την πιο διάσημη χήρα του κόσμου, δεν ήταν ποτέ χαλαρός.
Η Τζάκι είπε ότι «απεχθανόταν» τον Ωνάση στο κρεβάτι και ήταν ικανοποιημένη που συνέχιζε τη σεξουαλική του σχέση με την τραγουδίστρια της όπερας, Μαρία Κάλλας, καθ' όλη τη διάρκεια του γάμου τους. Αφού πέθανε ο Ωνάσης το 1975, η Τζάκι πήγε στο Παρίσι και κάθισε έξω από το διαμέρισμα της Μαρίας Κάλλας για ώρες, περιμένοντας να βγει.
Όταν τελικά η τραγουδίστρια εμφανίστηκε, η Τζάκι είπε: «Την είδα να βγαίνει από το κτήριο, αυτή η μοναχική γυναίκα με ένα μονότονο αδιάβροχο παλτό, φορώντας μια μπαμπούσκα και μεγάλα γυαλιά ηλίου. Και σκέφτηκα, "Θεέ μου, κοίτα την. Είναι τόσο εύθραυστη και θλιμμένη, πώς μπορώ να παραβιάσω την ιδιωτική της ζωή;". Συνειδητοποίησα ότι μάλλον ήταν σαν εμένα. Ποιος ήξερε για τον πόνο της;
Η γνώμη της για τη Madonna
Η Τζάκι ήταν αφοσιωμένη μητέρα, πίστευε ότι κανείς δεν ήταν αρκετά καλός για τον γιο της, ο οποίος πέθανε σε αεροπορικό δυστύχημα το 1999. Δεν ενέκρινε τη Μαντόνα, με την οποία ο Τζον Τζούνιορ έβγαινε ραντεβού για έξι μήνες, όταν εκείνη είχε χωρίσει από τον – τότε – σύζυγό της, Σον Πεν. Η Τζάκι είπε: «Υπάρχουν εκατομμύρια έξυπνες γυναίκες σε αυτόν τον πλανήτη, γιατί πρέπει να βγαίνεις με τη μόνη που αποκαλεί τον εαυτό της "Material Girl";». Ο γιος της απάντησε: «Αλήθεια, μαμά, ποιος στον κόσμο είναι πιο υλιστής από εσένα;».
Λίγο πριν πεθάνει, η Τζάκι είπε στον πρώην εραστή της, Τζακ Γουάρνακι, ότι μετάνιωσε που άφησε τη δολοφονία του JFK «να δηλητηριάσει τη ζωή μου», λέγοντας: «Τι κρίμα να ξοδεύω τόσο πολύ χρόνο, βασανιζόμενη από κάτι που δεν θα μπορούσα ποτέ να αλλάξω!».
https://www.ieidiseis.gr/