Ήδη από τη στιγμή που ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν πάτησε το πόδι του στο αεροδρόμιο των Αθηνών, πριν δυο εβδομάδες περίπου, ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης φρόντισε με τον πλέον αδιάψευστο τρόπο να επαληθεύσει αυτό που είχαμε επισημάνει ευθύς εξαρχής για την περίπτωσή του. Και όσους τυχόν παρασύρθηκαν από τις εξηγήσεις με τις οποίες προσπάθησε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα και πίστεψαν τις «αγνές» πατριωτικές προθέσεις του, φρόντισε εκ νέου ο ίδιος να τους επαναφέρει στην τάξη με την τεταρτολογία του στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού, το Σάββατο 16/12. Όπου με πάσα ειλικρίνεια αποκάλυψε αυτό που είναι ο σκοπός πολλών εντός, πέριξ και όπισθεν της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας: η επίλυση του ζητήματος της Υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ με την Τουρκία ΧΩΡΙΣ η Ελλάδα να έχει προβεί προηγουμένως στην πλήρη άσκηση του μονομερούς δικαιώματος επέκτασης των εθνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο στα 12 ναυτικά μίλια ή το όριο της μέσης γραμμής.
ΑΠΟ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΥΛΟΣ
ΠΗΓΗ HELLAS JOURNAL
Είπε δηλαδή ξεκάθαρα ο κ. Γεραπετρίτης ότι επιθυμία του είναι η Ελλάδα να διευθετήσει το ζήτημα αυτό με την Τουρκία και μάλιστα κατά την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο. Χωρίς βεβαίως η Τουρκία να έχει άρει το casus belli εναντίον της χώρας μας, χωρίς να έχει αποσύρει το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, και κυρίως, χωρίς να έχει αποσύρει τα στρατεύματα Κατοχής από την Κύπρο μας. Ένα το κρατούμενο. Λίγες ημέρες νωρίτερα, στον απόηχο της Διακήρυξης των Αθηνών, την Τετάρτη 13/12, πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα συνάντηση του Τούρκου Πρέσβη Ερτσιγιές με την κεντρική ομάδα ιθυνόντων του ΕΛΙΑΜΕΠ και σειράς εκ των βασικότερων κηρύκων του εγχώριου υπαρκτού κατευνασμού, κατά την οποία πλαισίωναν τον Τούρκο Πρέσβη εξ ευωνύμων του ο γνωστός προκρούστης της ελληνικής ΑΟΖ και ορκισμένος εχθρός της επήρειας του Συμπλέγματος Μεγίστης, Χρήστος Ροζάκης, και εκ δεξιών του περιχαρής η σχετικώς νέα Γενική Διευθύντρια του ΕΛΙΑΜΕΠ, Μαρία Γαβουνέλη. Για τους ανωτέρω, όπως και για τον Χρήστο Ροζάκη δεν χρειάζονται συστάσεις, καθώς είναι όλοι τους γνώριμοι και μη εξαιρετέοι στην ελληνική κοινή γνώμη για τη «συμβολή» τους στα Ελληνοτουρκικά.
Θα σταθώ όμως στη Διευθύντρια του ΕΛΙΑΜΕΠ, η οποία μάλιστα ως καθηγήτρια στη Νομική Σχολή Αθηνών φέρεται ειδικευμένη στο Διεθνές Δίκαιο. Και λέω «φέρεται» διότι αυτό στο οποίο θα αναφερθώ ακολούθως όχι μόνον την επιστημονική επάρκειά της ως «ειδικής στο Διεθνές Δίκαιο» θέτει εν αμφιβόλω, αλλά και γεννά ερωτηματικά αναφορικά με το ακαδημαϊκό ειδικό βάρος μελών ΔΕΠ της Νομικής Σχολής Αθηνών. Θα μου πείτε, συνάδελφός της στην ίδια Σχολή είναι και ο Υπουργός που έγραψε ιστορία με τις υποκλίσεις του στον Τούρκο Πρόεδρο, και δεν θα έχετε άδικο. Μπαίνω στην ουσία. Η κα Γαβουνέλη, λοιπόν, δυο ημέρες μετά τη συνάντηση του επιτελείου του ΕΛΙΑΜΕΠ με τον Τούρκο Πρέσβη, και ταυτόχρονα με τις ανωτέρω δηλώσεις Γεραπετρίτη, δημοσίευσε στην εφημερίδα Τα Νέα του Σαββάτου 16/12, άρθρο με τίτλο: «Η επόμενη μέρα για Ελλάδα και Τουρκία», θέλοντας πιθανώς, μεταξύ άλλων, να μεταφέρει στην ελληνική κοινή γνώμη και κάτι από τα όσα συζητήθηκαν με τον Πρέσβη της Τουρκίας στην Αθήνα.
Πλην όμως, στον ενθουσιασμό της επάνω υπέπεσε σε σφάλμα αδικαιολόγητο ακόμη και σε δευτεροετή φοιτητή των Διεθνών Σχέσεων. Γράφει λοιπόν, η Διευθύντρια του ΕΛΙΑΜΕΠ: «Είναι εξαιρετικά δύσκολο να φανταστεί κανείς μια ελληνική κυβέρνηση που θα δεχθεί να θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ελληνικά εδάφη, με ελληνικό πληθυσμό και ελληνική ιστορία πολλών αιώνων». Πολύ σωστά και εύλογα ως εδώ. Πράγματι, έτσι σκέπτεται κάθε νοήμων πολίτης με στοιχειώδη αντίληψη εθνικού συμφέροντος. Ωστόσο, η αμέσως επόμενη πρότασή της είναι αφοπλιστική και ακυρωτική της προηγούμενης: «Από την άλλη μεριά, αν μιλάμε απλώς για ακατοίκητες βραχονησίδες χωρίς πραγματικό αντίκτυπο στην οριοθετική γραμμή, μια και κατά τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας δεν διαθέτουν θαλάσσιες ζώνες, και πάντως είναι τόσο κοντά στις ακτές ώστε και η αιγιαλίτιδα ζώνη ακόμη να υπερκαλύπτεται από τα κοντινά νησιά, τότε τι νόημα έχει αυτή η συζήτηση πέρα από το να δημιουργεί νησίδες κακοπιστίας;»ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΗΓΗ