Τα αποτελέσματα των πολλαπλών συναντήσεων κορυφής των ηγετών Ελλάδας – Τουρκίας τον τελευταίο χρόνο δεν είναι εύκολο να αποτιμηθούν. Στα... θετικά πρέπει να αναγνωριστεί το ότι έχουν χαμηλώσει τον γεωπολιτικό πυρετό στο Αιγαίο.
Στα αρνητικά πρέπει να επισημανθεί ότι δεν έχουν επιλύσει κανένα πρόβλημα. Παρά τις φιλοφρονήσεις μεταξύ των δυο ηγετών, η Άγκυρα κλιμακώνει τις διεκδικήσεις της σε τέτοιο βαθμό, ώστε τα πράγματα να οδηγούνται αναπόφευκτα σε αδιέξοδο. Η τουρκική αδιαλλαξία βασίζεται στην πεποίθηση ότι διαπραγματεύεται από θέση ισχύος γιατί ο συσχετισμός δυνάμεων την ευνοεί.
Του Αθανασίου Πλατιά*
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεωπολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνουν χώρα αυτές οι συναντήσεις: Η τουρκική πολιτική ελίτ θεωρεί ότι ασφυκτιά στα οριοθετημένα σύνορα του τουρκικού κράτους (δηλαδή τα σύνορα της συνθήκης της Λωζάνης) και επιδιώκει την αναβίωση ηγεμονικών μορφών εξουσίας σε πρώην οθωμανικά εδάφη (Pax Ottomanica). Η αυτοκρατορική νοσταλγία έχει απτές γεωπολιτικές συνέπειες. Για την Τουρκία τα υπάρχοντα σύνορα είναι ρευστά, προϊόν εποχών που έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Έτσι η Άγκυρα έχει πρωτοστατήσει σε αλλαγές συνόρων με χρήση ένοπλης βίας: σε Καύκασο (Ναγκόρνο Καραμπάχ), Μέση Ανατολή (Συρία, Ιράκ) και Ανατολική Μεσόγειο (Κύπρος ).
Όσον αφορά την Ελλάδα, η Τουρκία επιδιώκει τον έλεγχο στο μισό Αιγαίο και καθεστώς συναπόφασης στη Θράκη. Η Άγκυρα αμφισβητεί τον εδαφικό διακανονισμό της συνθήκης της Λωζάννης θέτοντας θέματα κυριαρχίας νήσων και βραχονησίδων ανατολικά του 25ου μεσημβρινού καθώς και των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτή την κυριαρχία: χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ. Ταυτόχρονα παρεμποδίζει την Ελλάδα και την Κύπρο να εκμεταλλευτούν τα υποθαλάσσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων που βρίσκονται στις ΑΟΖ τους και ασκεί εκβιαστική διπλωματία απειλώντας με πόλεμο (casus belli). Το πρόσφατο επεκτατικό αφήγημα περί γαλάζιας πατρίδας δείχνει χωρίς προσχήματα το πώς οι τουρκικοί στόχοι στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο αποσκοπούν στον γεωπολιτικό ευνουχισμό της Ελλάδας ως μέσο για να αυξηθεί η γεωπολιτική βαρύτητα της Τουρκίας.
Όσον αφορά τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων η Άγκυρα αρνείται τη «βήμα προς βήμα» επίλυση των διαφορών και επιδιώκει «λύση πακέτο», δηλαδή ένα ανατολίτικο παζάρι όπου δήθεν υποχωρήσεις της Τουρκίας σε ανυπόστατα θέματα επιδιώκεται να ανταλλάσσονται με ελληνικές παραχωρήσεις. Έτσι εξηγείται η εμμονή για απευθείας διαπραγμάτευση χωρίς την εμπλοκή τρίτων (Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης) και χωρίς πλαίσιο αρχών και κανόνων. Για να χρυσωθεί το χάπι και να παρουσιαστεί η επιδιωκόμενη μοιρασιά ως δήθεν μεγάλη διπλωματική επιτυχία, έχει εφευρεθεί το αφήγημα του «αμοιβαίου οφέλους» (καζάν-καζάν), όπου η συνεκμετάλλευση βαφτίζεται ως αμοιβαία επωφελής. Ο εκβιασμός είναι ξεκάθαρος: χωρίς τη συμμετοχή της Τουρκίας δεν μπορεί να γίνει καμία αξιοποίηση του ελληνικού και κυπριακού θαλάσσιου και ενεργειακού πλούτου στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ελληνική διαλλακτικότητα εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Η μόνη γλώσσα που καταλαβαίνει η Άγκυρα είναι αυτή της ισχύος. Αν η Αθήνα θέλει μια αξιοπρεπή ειρήνη πρέπει να δημιουργήσει αξιόπιστη αποτρεπτική ισχύ. Μόνο έτσι θα αναγκαστεί η Τουρκία να επιδιώξει διπλωματική λύση χωρίς την απειλή πολέμου. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων θα αντανακλά το συσχετισμό ισχύος των δυο πλευρών. Τέλος, αν υποθέσουμε ότι στο πλαίσιο αναζήτησης ηρεμίας η Ελλάδα προβεί σε σοβαρές παραχωρήσεις, τίποτα δεν εξασφαλίζει την Ελλάδα ότι η Τουρκία δεν θα επανέλθει απαιτώντας περισσότερα. Για να παραφράσουμε τον Ντε Γκωλ: «οι συμφωνίες είναι σαν τα τριαντάφυλλα, διαρκούν όσο διαρκούν».
*Ο Αθανάσιος Πλατιάς είναι ομότιμος καθηγητής Στρατηγικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και έχει πρόσφατα συγγράψει (με τον Κ. Κολιόπουλο) το βιβλίο «50 Κανόνες Στρατηγικής στις Ελληνοτουρκικές Σχέσεις» (Αθήνα: Δίαυλος, 2023).