Η πολιτική σταθερότητα είναι πια μόνο μια επίσημη αφήγηση καθώς στο παρασκήνιο όλα τρίζουν. Το πολιτικό θερμόμετρο ανεβαίνει διαρκώς, οι αποκαλύψεις διαδέχονται η μία την άλλη -με αιχμή αυτές τις ημέρες το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ- και τα επιτελεία προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο μετωπικής σύγκρουσης... που θα μπορούσε να οδηγήσει μέχρι και σε πρόωρες εκλογές. Το ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι ενώ επισήμως ξορκίζονται, όλοι βρίσκονται με “το όπλο παρά πόδα”.
Η ησυχία του φετινού καλοκαιριού είναι επίπλαστη. Πίσω από τις παραλίες, τα χαλαρά χαμόγελα και τα συνήθη επικοινωνιακά αφηγήματα, άπαντες ετοιμάζονται για μια σκληρή αναμέτρηση με έπαθλο την πολιτική κυριαρχία στη χώρα.Το φθινόπωρο του 2025 προδιαγράφεται ως το πιο εκρηκτικό της τελευταίας δεκαετίας με ανοικτά τα μέτωπα διαφθοράς, την κοινωνική δυσαρέσκεια, την αβεβαιότητα για το τι θα “φέρει” η -έστω και με καθυστέρηση- φθινοπωρινή έλευση της νέας πρέσβειρας των ΗΠΑ Κίμπερλι Γκίλφοϊλ στην Αθήνα, τις εσωκομματικές έριδες και ένα ενδεχόμενο επίσπευσης των εξελίξεων που προκαλεί τρόμο ακόμη και εντός του κυβερνητικού στρατοπέδου. Από τα ενδότερα του Μεγάρου Μαξίμου μέχρι τις κλειστές αίθουσες των αντιπολιτευτικών κομμάτων, η αίσθηση είναι κοινή: το φετινό φθινόπωρο δεν θα είναι μια συνηθισμένη πολιτική περίοδος.
Στελέχη της κυβέρνησης κάνουν λόγο για ένα «ελεγχόμενο κλίμα ανησυχίας», αλλά η αλήθεια είναι πολύ πιο δύσκολη. Στην πραγματικότητα η ατμόσφαιρα έχει πάψει να είναι πλέον ελεγχόμενη και γι αυτό υπάρχουν πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ορισμένες από τις εσωτερικές εισηγήσεις για διαχείριση κρίσεων αναφέρουν ότι η πολιτική ζημιά δεν αντιστρέφεται χωρίς «ηχηρές κινήσεις». Η διαφορά είναι πάντως ότι ο Κ. Μητσοτάκης δεν έχει πια τη δυνατότητα να βγάζει “λαγούς από το καπέλο” όπως έκανε με επικοινωνιακή ταχυδακτυλουργία στο παρελθόν. Κι ενώ κάποτε ο ανασχηματισμός ήταν η ύστατη εφεδρεία για να κερδίσει χρόνο και να εμφανιστεί σε επανεκκίνηση μια κυβέρνηση, τα πυροτεχνήματα τώρα έχουν εξαντληθεί. Ο πρωθυπουργός έχει βγει από το απυρόβλητο και μετατρέπεται καθημερινά ο ίδιος σε βαρίδι με αποτέλεσμα τα περιθώρια ελιγμών του να μειώνονται διαρκώς. Η ανάγκη από τη μια να προσφέρει σταθερότητα ενώ από την άλλη η φθορά -που είναι πια εμφανής και μετρήσιμη εξαιτίας δικών του επιλογών και χειρισμών- μεταβάλλουν σε καρικατούρα το σχέδιο εξόδου από τη βαθιά και συνεχιζόμενη κρίση.
Στο πλαίσιο αυτό οι ελπίδες που έχουν εναποτεθεί στην ΔΕΘ για να πάρει η κυβέρνηση λίγο οξυγόνο -μέσω των εξαγγελιών που θα κάνει ο κ. Μητσοτάκης- φαίνεται να καίγονται πρόωρα καθώς οι αδυναμίες και τα προβλήματα έχουν αποκτήσει πιο δομικό χαρακτήρα. Και η δημιουργία πολιτικού αντιπερισπασμού γίνεται δυσκολότερη απέναντι στις πολλαπλές κρίσεις που συσσωρεύονται από τα σκάνδαλα, τις αλλεπάλληλες καταγγελίες για διασπάθιση δημοσίου χρήματος, τις υποθέσεις διαπλοκής με επιχειρηματικά συμφέροντα και τις κρίσιμες εκθέσεις από ευρωπαϊκούς φορείς για την ποιότητα της δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα. Την ίδια ώρα επιμένουν οι πληροφορίες ότι τουλάχιστον δύο «φάκελοι» με υποθέσεις αλά ΟΠΕΚΕΠΕ, για τη διαχείριση κοινοτικών κονδυλίων, πρόκειται να αποσταλούν από την ευρωπαϊκή εισαγγελία για τα περαιτέρω στις αρχές της χώρας μας. Κι αν η δημοσιοποίησή τους γίνει, όπως λέγεται από ορισμένες πλευρές, στις αρχές του Σεπτεμβρίου, τότε όχι μόνο η πρωθυπουργική αντεπίθεση στην ΔΕΘ θα ακυρωθεί εν τη γενέσει της αλλά προβλέπεται ότι θα ακολουθήσει νέος πολιτικός σεισμός πολλών Ρίχτερ που ίσως αποτελέσει και τη χαριστική βολή για το κυβερνητικό σύστημα του κ. Μητσοτάκη. Το κρίσιμο στοιχείο μάλιστα είναι ότι μετά και τις τελευταίες αποκαλύψεις για τον ΟΠΕΚΕΠΕ η ΝΔ χάνει οριστικά, με βάση τις εσωτερικές μετρήσεις, ένα πολύ κρίσιμο ποσοστό από το εκλογικό ακροατήριο της που έδινε ανέκαθεν προτεραιότητα στα ζητήματα “ηθικής ακεραιότητας” όσον αφορά τη διακυβέρνηση.
Τούτων δοθέντων, τα σενάρια για κάλπες δεν είναι πλέον θεωρητικά. Αν και η κυβέρνηση επισήμως απορρίπτει κάθε συζήτηση για πρόωρες εκλογές θέλοντας να διατηρήσει το όποιο πλεονέκτημα αιφνιδιασμού, η άτυπη προετοιμασία έχει ήδη ξεκινήσει. Οι κομματικοί μηχανισμοί ενισχύονται, επικοινωνιακές στρατηγικές αναπροσαρμόζονται και οι “δοκιμαστικές” δημοσκοπήσεις παραγγέλλονται ήδη από εταιρείες εν όψει του Σεπτεμβρίου. Το σενάριο που επανέρχεται πιο έντονα είναι εκλογές την άνοιξη του 2026, πριν φθαρεί οριστικά η κυβερνητική εικόνα και με στόχο να αξιοποιηθεί μια ελεγχόμενη σύγκρουση με την αντιπολίτευση. Υπάρχει όμως πάντα ανοικτό και το ενδεχόμενο ο κ. Μητσοτάκης (ο οποίος χάνει στο μεταξύ και το ένα μετά το άλλο τα ερείσματα που διέθετε σε όλους τους χώρους, έχοντας απέναντί του μια καθολική συμμαχία) να συρθεί σε κάλπες μέσα στο 2025, μη έχοντας άλλη επιλογή αν οι αποκαλύψεις και η κοινωνική πίεση κορυφωθούν. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση ελίσσεται σε έναν πολιτικό αγώνα δρόμου ανάμεσα στη φθορά και τη διαχείρισή της. Η αλήθεια είναι ότι το φθινόπωρο θα κρίνει το χρονοδιάγραμμα. Οι κοινωνικές αντιδράσεις, οι αποκαλύψεις και οι δημοσκοπήσεις θα είναι οι καθοριστικοί παράγοντες. Αν μάλιστα φτάσουν λίαν προσεχώς και τα νέα “μαντάτα” από την Λάουρα Κοβέσι για νυν ή πρώην υπουργούς, λόγω εμπλοκής σε άλλες υποθέσεις σκανδάλων, θεωρείται αδύνατο να επαναληφθεί το ίδιο κοινοβουλευτικό πραξικόπημα με το οποίο προ ημερών μεθοδεύτηκε η διάσωση των Μ. Βορίδη και Λ. Αυγενάκη για το φαγοπότι στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Κρύος ιδρώτας έχει λούσει άλλωστε τους ενοίκους του Μεγάρου Μαξίμου μετά την προκαταρκτική εξέταση που διέταξε η κ. Κοβέσι για την περίπτωση της Καλλιόπης Σεμερτζίδου και της συντρόφου της διότι θεωρείται η απαρχή ευρύτερης έρευνας από την ευρωπαϊκή εισαγγελία για την “εγκληματική οργάνωση” του ΟΠΕΚΕΠΕ συμπαρασύροντας και τα πολιτικά πρόσωπα που προστατεύει αγωνιωδώς έως τώρα ο κ. Μητσοτάκης.
Το ιστορικό παράδοξο ενόψει της νέας πολιτικής σεζόν είναι η η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται σε φάση προϊούσας κατάρρευσης μολονότι η αντιπολίτευση δεν μπορεί να βρει τον βηματισμό της και να δημιουργήσει, στις διάφορες εκδοχές της, δυναμική εναλλαγής εξουσίας. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης επιχειρούν να κεφαλαιοποιήσουν την πολιτική φθορά της κυβέρνησης, αλλά παλεύουν με τα δικά τους φαντάσματα, σε πολλές περιπτώσεις η εσωτερική γκρίνια υποβόσκει και φουντώνει ενώ οι διαβουλεύσεις και οι διεργασίες πίσω από τις κάμερες για νέα πολιτικά μέτωπα διαμορφώνουν ένα τοπίο εύθραυστο. Το ερώτημα είναι αν η αντιπολίτευση θα προλάβει τις εξελίξεις ή θα τις ακολουθεί.
Κι ενώ η αμφισβήτηση και ο θυμός μεγαλώνουν, την ίδια στιγμή η κοινωνία δείχνει κουρασμένη, επιφυλακτική και βαθιά καχύποπτη απέναντι σε θεσμούς και κόμματα. Η οικονομική πίεση, με την ακρίβεια στα βασικά αγαθά να παραμένει ασφυκτική, η κρίση στη Δικαιοσύνη, με καθυστερήσεις και αμφισβητήσεις αποφάσεων, αλλά και η συνεχιζόμενη υποβάθμιση του δημοσίου λόγου, κάνουν ακόμη πιο εκρηκτικό το υπόβαθρο, θυμίζοντας σε πολλούς το κλίμα πριν τις πολιτικές ανατροπές του 2012. Φαίνεται ότι ο χάρτης αλλάζει αν και και κανείς δεν είναι σίγουρος ακόμη πού θα καταλήξει. Το φθινόπωρο που έρχεται πάντως δεν θα είναι ένας συνηθισμένος πολιτικός κύκλος αλλά η αρχή μιας νέας φάσης ανασύνταξης, σύγκρουσης και ενδεχομένως ριζικών ανατροπών.
Ανδρέας Καψαμπέλης