Σήμερα Τρίτη (04/11) ο Έλληνας υπουργός Μετανάστευσης Θάνος Πλεύρης ταξιδεύει στο Βερολίνο για μια δύσκολη συνάντηση με τον Γερμανό υπουργό Εσωτερικών Αλεξάντερ Ντόμπριντ.
ΠΗΓΗ DW
Οι διαβουλεύσεις των δύο υπουργών δεν θα είναι εύκολες, παρ’ ότι οι δύο συντηρητικοί πολιτικοί έχουν πολύ παρόμοιες απόψεις για το θέμα της παράτυπης μετανάστευσης. Αμφότεροι θέλουν να στείλουν το ίδιο μήνυμα: Πως όσοι περνούν τα σύνορα «παράνομα» δεν θα έχουν καμία ευκαιρία στην Ευρώπη. Και οι δύο θα προτιμούσαν να κλείσουν τα σύνορα της Ευρώπης για τους πρόσφυγες. Ωστόσο, σε ορισμένες πτυχές του ζητήματος υπάρχει και διάσταση απόψεων.
Από την πρώτη μέρα που ανέλαβε το αξίωμα του υπουργού Μετανάστευσης τον περασμένο Ιούλιο, ο Θάνος Πλεύρης δήλωσε πως «θα είμαστε η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα με τους αυστηρότερους κανονισμούς για την παράνομη είσοδο» – δείχνοντας έτσι με υπερηφάνεια το πόσο σκληρή πολιτική θα ακολουθήσει.
Η στάση του αυτή συμβαδίζει άλλωστε με το ακροδεξιό παρελθόν του και τις θέσεις που είχε ανέκαθεν στο μεταναστευτικό, όπου η φύλαξη των συνόρων «απαιτεί νεκρούς», όπως είχε αναφέρει κάποτε ο Πλεύρης, προτείνοντας παράλληλα να μη δίνεται κανενός είδους στήριξη στους πρόσφυγες που θα φτάνουν στη χώρα.
Τον Ιούλιο πάντως ως νέος υπουργός Μετανάστευσης ο Πλεύρης εμφανίστηκε κάπως πιο συγκρατημένος – τουλάχιστον στη διατύπωση. «Όποιος δεν έχει δικαίωμα ασύλου θα καταλήγει είτε στη φυλακή είτε θα επιστρέφει πίσω», δήλωσε και αμέσως κατέθεσε στη Βουλή σχετικό νομοσχέδιο, το οποίο εγκρίθηκε με τις ψήφους των βουλευτών της κυβέρνησης, αλλά και μικρότερων κομμάτων στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας.
«Η Ελλάδα δεν θα δεχτεί μετανάστες από τη Γερμανία»
Η νέα ελληνική πολιτική αποτροπής στο μεταναστευτικό είναι πιθανό να βρει ευήκοα ώτα στη Γερμανία. Υπάρχει όμως και ένα σημείο όπου τα συμφέροντα των δύο ομοϊδεατών υπουργών συγκρούονται: ο Ντόμπριντ θέλει να στείλει πίσω στην Ελλάδα αρκετές χιλιάδες πρόσφυγες, κάτι που ο Έλληνας υπουργός Μετανάστευσης αρνείται. «Η Ελλάδα δεν θα δεχτεί σε καμία περίπτωση μετανάστες από τη Γερμανία», έχει τονίσει επανειλημμένα ο Πλεύρης.
Στο πλαίσιο της δευτερογενούς μετανάστευσης χιλιάδες πρόσφυγες που αναγνωρίζονται ως δικαιούχοι διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα ταξιδεύουν στη Γερμανία, είτε επειδή έχουν εκεί φίλους ή συγγενείς είτε πάλι επειδή ελπίζουν σε ένα καλύτερο μέλλον.
Το ταξίδι αυτό είναι νόμιμο. Είναι όμως παράνομο να καταθέσει κανείς δεύτερη αίτηση ασύλου σε άλλη χώρα της ΕΕ. Οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες μπορούν να ταξιδεύουν ελεύθερα σε άλλες χώρες της Ένωσης για έως 90 ημέρες μέσα σε ένα εξάμηνο. Σύμφωνα δε με τον Κανονισμό του Δουβλίνου, ένας πρόσφυγας μπορεί να ζητήσει άσυλο μόνο στο κράτος της πρώτης εισόδου (στην προκειμένη περίπτωση στην Ελλάδα).
Είναι όμως δύσκολο να ελεγχθεί το εάν ένας πρόσφυγας που έχει αναγνωριστεί στην Ελλάδα μένει στη Γερμανία για περισσότερο από 90 ημέρες. Ως εκ τούτου, είναι ασαφές πόσοι τέτοιοι «δευτερογενείς μετανάστες» υπάρχουν. Υπολογίζεται πάντως ότι είναι από 26.000 έως και 60.000 άνθρωποι, τους οποίους ο Ντόμπριντ θα ήθελε να επιστρέψει στην Ελλάδα – και που ο Πλεύρης δεν είναι διατεθειμένος να δεχτεί πίσω.
Συν τοις άλλοις οι δύο πολιτικοί δίνουν και μια μάχη για την εγχώρια πολιτική τους εικόνα: Θέλουν να αποδείξουν στους υποστηρικτές τους ότι είναι αυστηροί με τους «παράνομους». Οι επιστροφές μερικών χιλιάδων ανθρώπων δεν θα έπρεπε κανονικά να αποτελούν μείζον ζήτημα στις διμερείς σχέσεις.
Εθελοντική αλληλεγγύη, ευέλικτη ευθύνη
Το πραγματικό πρόβλημα και για τις δύο χώρες είναι η μακροπρόθεσμη εφαρμογή της νέας ευρωπαϊκής συμφωνίας για το άσυλο και τη μετανάστευση, η οποία θα τεθεί σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2026. Τόσο η Γερμανία όσο και άλλες βόρειες χώρες της ΕΕ επιμένουν ότι πρέπει να εφαρμοστεί εκ νέου πλήρως ο Κανονισμός του Δουβλίνου για τη μετανάστευση, βάσει του οποίου τα κράτη στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ είναι αυτά που επωμίζονται την ευθύνη υποδοχής των προσφύγων.
Η Ελλάδα και οι άλλες μεσογειακές χώρες θέλουν να εφαρμοστεί ο συμφωνημένος μηχανισμός αλληλεγγύης. Θα προτιμούσαν έναν υποχρεωτικό μηχανισμό αλληλεγγύης που να κατανέμει δικαιότερα τα βάρη στο εσωτερικό της ΕΕ, επειδή όμως κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται στη νέα συμφωνία, θεωρούν ότι και οι ίδιες δεν έχουν και τόσο αυστηρές υποχρεώσεις.
Για την Ελλάδα η φράση-κλειδί είναι η «ευέλικτη ευθύνη». Αυτό σημαίνει ότι, εάν οι αφίξεις στα ελληνικά σύνορα ξεπεράσουν τις δυνατότητες της χώρας, θα πρέπει να αυξηθεί και η μετεγκατάσταση προσφύγων σε άλλες χώρες της ΕΕ. Εάν οι βόρειες χώρες αρνηθούν να δείξουν αλληλεγγύη –που ούτως ή άλλως δεν είναι δεσμευτική – η Ελλάδα δεν θα κοπιάσει ιδιαιτέρως για την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων του Δουβλίνου.
Τα δεδομένα στο μεταναστευτικό διαφέρουν από το 2015
Σε όλη την ΕΕ το μεταναστευτικό αποτελεί παντού ένα πολύ σημαντικό θέμα, ιδίως στην εποχή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και της ανόδου των ακροδεξιών κομμάτων και της ιδεολογίας τους στην Ευρώπη. Ωστόσο, μεταξύ 2024 και 2025 οι αιτήσεις ασύλου στα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ μειώθηκαν και παραμένουν σχεδόν παντού πολύ χαμηλότερες από τα επίπεδα που έφτασαν κατά την προσφυγική κρίση του 2015.
Μόνο στις χώρες της Μεσογείου – δηλαδή στα νότια εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, όπου ο συνοριακός έλεγχος είναι πιο δύσκολος – οι αιτήσεις ασύλου διπλασιάστηκαν. Από τον Ιανουάριο έως τον Σεπτέμβριο του 2025 περίπου 100.000 πρόσφυγες έφτασαν στην Ευρώπη από τα μεσογειακά κράτη – το 42% των αιτήσεων ασύλου στην ΕΕ κατατέθηκε στην Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα.
Αναλογικά με τον πληθυσμό η Ελλάδα δέχτηκε τις περισσότερες αιτήσεις ασύλου, με την Κύπρο να ακολουθεί. Από το 2021 έως σήμερα η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα δέχονται ολοένα αυξανόμενη πίεση. Ο αριθμός των αφίξεων είναι μεν σαφώς μικρότερος από το 2015, αλλά από το 2021 αυξάνεται αργά και σταθερά.
Για τη βιωσιμότητα του συστήματος ασύλου είναι καθοριστικής σημασίας το να επιστρέφουν πίσω όσοι άνθρωποι δεν δικαιούνται χορήγηση ασύλου. Ωστόσο, στην ΕΕ κατά μέσο όρο περίπου μόνο ένας στους πέντε ανθρώπους που κατέθεσαν αίτηση ασύλου και αυτή απορρίφθηκε επιστρέφει τελικά στη χώρα προέλευσης.
