
Γιατί αναφερόμαστε όμως στην ΕΛΣΟΝ; Διότι διαβάσαμε (το έγραψε και ο Γιάννης Σβώλος) πως τη συναυλία της στις 20 Δεκεμβρίου όταν, υπό τον καλλιτεχνικό της διευθυντή και με σολίστ τους κορυφαίους Λεωνίδα Καβάκο και Τιμόθεο Γαβριηλίδη-Πέτριν, ερμήνευσε το Διπλό Κοντσέρτο για Βιολί, Βιολοντσέλο και Ορχήστρα του Μπραµς και την Ενάτη Συμφωνία του Ντβόρζακ, παρακολούθησαν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κώστας Τασούλας, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο υπουργός Αμυνας Νίκος Δένδιας και η πρέσβειρα των ΗΠΑ Κίμπερλι Γκιλφόιλ. Πως ο πρωθυπουργός συνομίλησε μετά με τον Γραμμένο εντυπωσιασμένος επειδή εκείνος διηύθυνε Μπραμς και Ντβόρζακ χωρίς παρτιτούρα. Και πως «έτσι μάλλον προέκυψε και η εντολή στη Λίνα Μενδώνη να υποστηρίξει το ΥΠΠΟ την ΕΛΣΟΝ με ετήσια χορηγία 150.000 ευρώ»!
Η ΕΛΣΟΝ, που έχει μόνιμο χώρο υποδοχής και λαμβάνει και από τόσους ιδιώτες τη στήριξη που της αξίζει, άξιζε πράγματι να επισημανθεί και από το ΥΠΠΟ. Κι όμως αυτό έγινε με λάθος τρόπο, στέλνοντας το λάθος μήνυμα. Πρώτον, διότι δεν μπορεί η υπουργός Πολιτισμού να «εντέλλεται» να επιχορηγεί ό,τι ανακαλύπτει συμπτωματικά ο πρωθυπουργός στις εξόδους του. Διότι δεν είναι επιχείρημα αξιοσύνης ότι ο Γραμμένος διευθύνει χωρίς παρτιτούρα Μπραμς και Ντβόρζακ - οι περισσότεροι μαέστροι κάνουν ακριβώς το ίδιο, ενώ και όσοι χρησιμοποιούν παρτιτούρα τη θέλουν για λόγους τελειομανίας και όχι ως μπούσουλα.
Κυρίως διότι δεν είναι κριτήριο επιδότησης το πρωθυπουργικό γούστο ένα βράδυ που, εντελώς συμπτωματικά, ο πρωθυπουργός ανακαλύπτει μια ορχήστρα επειδή έτυχε να πάει εκεί αντί σε άλλη ορχήστρα που ίσως δεν έχει καν στέγη ή στο θέατρο (όπου ενδεχομένως θα ανακάλυπτε π.χ. και μια εξαιρετική ομάδα μη επιχορηγούμενη) ή σε μια παράσταση χορού ενός σχήματος που δεν έχει ούτε στέγη ούτε χρηματοδότηση. Και κυρίως γιατί δεν μπορεί το πρωθυπουργικό γούστο να είναι κριτήριο πολιτιστικής πολιτικής.