Διατηρεί και μάλιστα με χαρακτηριστική… άνεση, την αρνητική πρωτιά η χώρα μας, αναφορικά με την επιβάρυνση των νοικοκυριών με δαπάνες στέγασης. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Eurostat για το 2021, το ποσοστό του πληθυσμού στην Ελλάδα, που επιβαρύνεται υπερβολικά με δαπάνες που αφορούν τη στέγασή του, αγγίζει το 32,4%, έναντι 21,9% στη Δανία και 15,3% στην Ολλανδία.
Τα ποσοστά αυτά αφορούν ανθρώπους που μένουν σε αστικές περιοχές και υποχρεώνονται να δαπανούν πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για το ακίνητο στο οποίο μένουν. Οι δαπάνες αυτές αφορούν π.χ. ενοίκιο, κοινόχρηστα, θέρμανση και ύδρευση. Επίσης, αν πρόκειται για ιδιοκτήτες, υπολογίζεται και τυχόν επιβάρυνση από την εξυπηρέτηση στεγαστικού δανείου. «Πρωτιά» εξασφαλίζει η Ελλάδα και όσον αφορά την αντίστοιχη επιβάρυνση σε αγροτικές περιοχές, όπου το σχετικό ποσοστό του πληθυσμού διαμορφώνεται σε 22%, έναντι 13,3% της Βουλγαρίας και 10,8% της Ρουμανίας.
Το αντίστοιχο ποσοστό στη σχετική έρευνα του 2020 ήταν ελαφρώς υψηλότερο με 33,3%, ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε. δεν ξεπερνούσε το 7,8%. Το 2021, το μέγεθος αυτό αυξήθηκε σε 10,4% του πληθυσμού.
Στην Ελλάδα, το 74,2% των ενοικιαστών δαπανά άνω του 40% του εισοδήματος για την κατοικία του.
Ακόμα χειρότερη είναι ασφαλώς η εικόνα μεταξύ εκείνων που νοικιάζουν. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, το 74,2% των ενοικιαστών στην Ελλάδα δαπανά πάνω από το 40% του εισοδήματός του για την κάλυψη των αναγκών στέγης του. Το θετικό είναι ότι το σχετικό ποσοστό βαίνει μειούμενο τα τελευταία χρόνια, καθώς το 2020 ήταν στο 79,2% και το 2014, όταν είχε κορυφωθεί η κρίση και οικονομική ύφεση, άγγιζε το 87,5%.
Μεταξύ των ιδιοκτητών που εξυπηρετούν δόση στεγαστικού δανείου, το σχετικό ποσοστό του πληθυσμού αγγίζει το 18,5% από 19,9% το 2020 και 31,5% το 2015. Η διαφορά που παρατηρείται μεταξύ όσων νοικιάζουν και όσων εξυπηρετούν στεγαστικό δάνειο, έγκειται στο ότι, κατά κανόνα, οι δανειολήπτες έχουν υψηλότερο εισόδημα, σε σχέση με όσους διαμένουν σε ενοίκιο.
Ασφαλώς, η οικονομική δυσπραγία για πολλά νοικοκυριά μεταφράζεται και σε αντίστοιχες καθυστερήσεις στην αποπληρωμή οφειλών. Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2021, το 36,4% του πληθυσμού στην Ελλάδα εμφάνιζε καθυστέρηση στην εξυπηρέτηση των οφειλών του, είτε για το ενοίκιο είτε για τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ, είτε για τη δόση του στεγαστικού του δανείου. Στη δεύτερη θέση της Ε.Ε. με 20,4% ακολουθεί η Βουλγαρία και έπονται χώρες όπως η Κύπρος με 17,3%, η Κροατία με 16,6% και η Ιρλανδία με 13,6%. Με δεδομένο ότι το 2022 προστέθηκε και ο παράγοντας της ενεργειακής κρίσης, που εκτόξευσε το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και της θέρμανσης, αναμένεται σημαντική αύξηση των παραπάνω ποσοστών στην επόμενη έρευνα της Eurostat.
Εν τω μεταξύ, την ανοδική τους πορεία συνεχίζουν και οι τιμές των ενοικίων. Σύμφωνα με έρευνα της Potamianos Real Estate Group, που αφορά πραγματικές συμφωνίες μίσθωσης κατοικιών και όχι ζητούμενες τιμές που αφορούν αγγελίες, σήμερα, η μέση ζητούμενη τιμή στην Αττική αγγίζει τα 7,9 ευρώ/τ.μ., έχοντας αυξηθεί κατά σχεδόν 35% από το 2017. Σε ορισμένες περιοχές του κέντρου, όπως το Παγκράτι και η Κυψέλη, ή στον Πειραιά, τα ενοίκια έχουν αυξηθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% από το 2017 μέχρι και το τέλος του 2022. Ως εκ τούτου, στελέχη της αγοράς ακινήτων σημειώνουν ότι θα πρέπει να αυξηθεί η προσφορά κατοικιών που διατίθενται προς ενοικίαση, αλλά και να τονωθούν τα εισοδήματα των νοικοκυριών, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος ζωής.
https://www.kathimerini.gr/