Μια πολιτική απόφαση από την ομάδα των Επτά πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικών χωρών (G7) είναι αρκετή για να εξαλειφθεί η πείνα από τον πλανήτη και να επιλυθεί η κρίση χρέους στις φτωχές χώρες...
Αυτό ουσιαστικά επισημαίνει ανάλυση της Oxfam, με αφορμή τη διεξαγωγή της Συνόδου των G7 στην Ιταλία, αλλά και της κούρσας των εξοπλισμών στις οποίες επιδίδονται τους τελευταίους μήνες πολλές χώρες.
Σημειώνεται επίσης ότι η ομάδα των Επτά έλαβε μια πολιτική απόφαση, που αφορούσε τη χρήση των τόκων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων που έχουν παγώσει μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ώστε να αποδεσμευθούν 50 δισ. δολάρια για το Κίεβο.
Τι αναφέρει η Oxfam
Σύμφωνα λοιπόν με την ανάλυση των στοιχείων, λιγότερο από το 3% των στρατιωτικών δαπανών των G7 θα μπορούσε να βοηθήσει στον τερματισμό της παγκόσμιας πείνας και στην επίλυση της κρίσης χρέους στις φτωχότερες χώρες του πλανήτη.
Ειδικότερα, θα έφταναν κεφάλαια που ισοδυναμούν με μόλις 2,9% (δηλαδή 35,7 δισ. δολάρια) των συνολικών ετήσιων στρατιωτικών δαπανών τους. Όπως αναφέρει η Oxfam, η εξάλειψη της παγκόσμιας πείνας σε όλες της τις μορφές θα απαιτούσε 31,7 δισ. δολάρια, ενώ η ελάφρυνση της κρίσης χρέους ισοδυναμεί με 4 δισ. δολάρια.
«Οι τσέπες» των κυβερνήσεων «τρέχουν» όταν είναι να χρηματοδοτήσουν κάποιο πόλεμο, όμως «ξαφνικά» καταρρέουν όταν πρόκειται «να σταματήσουν την πείνα», δήλωσε ο αξιωματούχος της Oxfam, Max Lawson.
Πρόσθεσε πως «μιλάμε για μια μικρή δέσμευση», με την προοπτική αυτή να έχει «τεράστιο αντίκτυπο. Φανταστείτε έναν κόσμο όπου κανείς δεν πηγαίνει για ύπνο πεινασμένος» και όπου χώρες μπορούν «να βάζουν χρήματα σε δημόσια σχολεία και νοσοκομεία αντί για πληρωμές τόκων χρέους. Η G7 δεν έχει μόνο τα μέσα, αλλά την ηθική και στρατηγική επιταγή για να συμβεί αυτό».
Αιχμές κατά G7 για τη Γάζα
Η Oxfam τονίζει ότι η πείνα αυξάνεται ραγδαία σε πολλά μέρη, όπως η Σομαλία, η Γουατεμάλα, η Υεμένη και η Κένυα, με καταστροφικές συνέπειες. Πάνω από 281 εκατ. άνθρωποι παλεύουν τώρα με σοβαρή πείνα και υποσιτισμό. Η Λωρίδα της Γάζας αντιμετωπίζει μια από τις πιο σοβαρές κρίσεις πείνας στον κόσμο, που προκαλείται από τη συνεχιζόμενη επίθεση και την πολιορκία του θύλακα από το Ισραήλ. Οι άνθρωποι βρίσκονται ήδη σε ακραία ταλαιπωρία και πεθαίνουν από την πείνα και από ασθένειες που μπορούν να θεραπευτούν. Αυτοί οι θάνατοι θα αυξηθούν με ταχύτερους ρυθμούς, εκτός εάν επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός και επιτραπεί η πλήρης ανθρωπιστική πρόσβαση και η ασφαλής διανομή.
Η Oxfam καλεί την G7 να επαναλάβει το αίτημά της από το Ισραήλ να εφαρμόσει την πρόσφατη απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου (ICJ) να σταματήσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Ράφα και να επιτρέψει την πρόσβαση ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζα. Τονίζει επίσης ότι η G7 πρέπει να διασφαλίσει ότι οι οικονομικές τους πολιτικές και οι συμφωνίες τους με το Ισραήλ δεν θα επιτρέπουν οικονομικά μια πιθανή γενοκτονία στη Γάζα. Σύμφωνα με τη Σύμβαση για τη Γενοκτονία και το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, τα κράτη υποχρεούνται να λάβουν όλα τα πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά αντίμετρα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους για την πρόληψη της γενοκτονίας. Αυτό περιλαμβάνει την άμεση διακοπή των εξαγωγών όπλων και πυρομαχικών που ενδέχεται να κινδυνεύουν να χρησιμοποιηθούν σε εγκλήματα πολέμου ή να διευκολύνουν πιθανή γενοκτονία. «Τα κράτη είναι υποχρεωμένα να ενεργήσουν για την πρόληψη της γενοκτονίας», τονίζει επίσης η Oxfam.
«Η συλλογική αποτυχία των G7» έδωσε στον ισραηλινό στρατό το ελεύθερο «για να διαπράξει τρομερές φρικαλεότητες εναντίον του παλαιστινιακού λαού. Οι ηγέτες των G7 πρέπει να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να διασφαλίσουν ότι υπάρχει άμεση και μόνιμη κατάπαυση του πυρός για να σταματήσει ο θάνατος και η καταστροφή. Πρέπει επίσης να εξασφαλίσουν πλήρη και μόνιμη πρόσβαση στην ανθρωπιστική βοήθεια μέσω όλων των χερσαίων διελεύσεων και την απελευθέρωση όλων των ομήρων και των παράνομα κρατουμένων Παλαιστινίων κρατουμένων», είπε επίσης ο Lawson.
Εξάλλου, η Oxfam εκτιμά ότι υψηλότεροι και δικαιότεροι φόροι σε εκατομμυριούχους και δισεκατομμυριούχους στις χώρες των G7 θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν πάνω από 1 τρισ. δολάρια ετησίως.